Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ
"Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ"
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Mandela - Free Spirit

Mandela - Free Spirit

ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ

Τα κείμενα έχουν ξαναδημοσιευτεί στο μπλογκ "Άμεσος Λόγος και Δράση 2" http://www.amesoslogoskaidrasi2.blogspot.com/

Για το σχολείο της υπέρβασης

Εκ των πραγμάτων ένα σχολείο της υπέρβασης είναι κοιτίδα της πιο προχωρημένης και έγκυρης επιστημονικής γνώσης. Μιας γνώσης που παρέχει ένα σύνολο από γνήσια γνωσιακά σχήματα, έξω από ιδεολογίες και θετικιστικά σχήματα  και σε πιστότερη αντιστοίχιση με την πραγματικότητα. Μια γνωστική διαδικασία που προωθεί τη διασάφιση και διαλεύκανση της πραγματικότητας, και πρώτα απ’ όλα της ίδια της γλώσσας, των εννοιών και των αδυναμιών της. Και, κατά συνέπεια, διαλύει το πέπλο συσκότισης και σύγχυσης που δημιουργεί η ιδεολογικοποιημένη μάθηση. Μια διδακτική διαδικασία που καλλιεργεί την κριτική σκέψη, τη λογική ανάλυση και σύνθεση, την ολιστική επιστήμη μέσα από τη γόνιμη και δημιουργική σύνθεση των διαφόρων κλάδων, θετικών και θεωρητικών. Γνώση που δεν αναπαράγεται μόνο αλλά και παράγεται από τα ίδια τα υποκείμενα που συμμετέχουν.
Το εγχείρημα «Άμεσος Λόγος και Δράση 2», εφαρμόζοντας εδώ και χρόνια τα παραπάνω κριτήρια, είναι ένα μορφωτικό εγχείρημα υπέρβασης. Σήμερα, συνεχίζει αναβαθμισμένο, με νέες πρωτοβουλίες στο διαδίκτυο και όχι μόνο. Επιζητά επικοινωνία και συνεργασίες σε κοινωνικό και γνωστικό επίπεδο, με άτομα, συλλογικότητες και άλλα αντίστοιχα εγχειρήματα. Στόχος η κοινωνικοποίηση της μέχρι τώρα εμπειρίας και γνώσης.

Η παραγωγή λόγου με επιστημονικό περιεχόμενο είναι σε πρώτη φάση η λειτουργία του μπλογκ, όπου οι παρατηρήσεις, οι κριτικές, οι διευκρινήσεις και οι προτάσεις είναι το εύλογο ζητούμενο της όλης προσπάθειας. Το εγχείρημα φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα βήμα για δημοσιοποίηση-κοινωνικοποίηση της γνώσης, την ανταλλαγή και ενημέρωση πάνω σε θεωρητικά-μορφωτικά θέματα μέσω επιστημονικών εργασιών και πονημάτων, αλλά και για την κριτική προσέγγιση σε κοινωνικά ζητήματα. Γιατί η γνώση είναι βασικά κοινωνική, παράγεται από την κοινωνία και πρέπει να επιστρέψει σε αυτήν, ώστε να αναστοχαστεί τον εαυτό της και να αυτο-οργανωθεί για νέα ποιοτικά άλματα.
Πάντα σε συνεργατική βάση με άλλα άτομα ή συλλογικότητες που κινούνται στην ίδια κατεύθυνση και με ανάλογη αντίληψη. 
Αθήνα 24/1/2011
Δημήτρης Φασόλης

15/1/11


Προτεινόμενα βιβλία για μελέτη:

1.Παναγιώτης Κονδύλης (1992): Η ηδονή, η ισχύς, η ουτοπία. Εκδόσεις Στιγμή.
2.Παναγής Λεκατσάς (1977): Η Πολιτεία του Ήλιου. Η κοινοκτημονική επανάσταση των δούλων και προλετάριων της Μικράς Ασίας. 133 – 128 π.χ. Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα.
3.Maurice Godelier (1988): Μαρξιστικοί ορίζοντες στην Κοινωνική Ανθρωπολογία, τόμοι Α και Β. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg.

15/1/2011

Δημήτρης Φασόλης

19/3/10


ΤΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΘΕΛΟΥΜΕ (τι είναι γνώση, μάθηση, τι σχολείο θέλουμε)

«[…] Στην πρώτη θέση των κυρίαρχων ιδεών βρίσκεται σήμερα η εξής: η παιδεία έχει ως βέβαιο αποτέλεσμα να βελτιώνει τους ανθρώπους και, επίσης, να τους κάνει ίσους…Όμως…πολλοί έξοχοι φιλόσοφοι…δεν δυσκολεύτηκαν πολύ για να δείξουν ότι η παιδεία δεν κάνει τον άνθρωπο ούτε πιο ηθικό ούτε πιο ευτυχισμένο, ότι δεν αλλάζει τα ένστικτά του και τα κληρονομικά του πάθη και ότι μπορεί, αν κατευθυνθεί άσχημα, να γίνει πολύ περισσότερο ολέθρια παρά ωφέλιμη.[…] Ο πρώτος κίνδυνος αυτής της εκπαίδευσης …είναι ότι στηρίζεται πάνω σε μια θεμελιώδη ψυχολογική πλάνη: να φαντάζεται ότι η αποστήθιση των εγχειριδίων αναπτύσσει τη διάνοια.[…] Και από το κατώτερο σχολείο ως το διδακτορικό ή την υφηγεσία, ο νέος άνθρωπος δεν κάνει άλλο από το να καταπίνει το περιεχόμενο των βιβλίων, δίχως να ασκεί ποτέ την κρίση του και την πρωτοβουλία του. Η παιδεία, γι’ αυτόν, συνίσταται στο να απαγγέλλει και να υπακούει. […] Όμως, αυτή (η εκπαίδευση) παρουσιάζει τον πολύ σοβαρότερο κίνδυνο να εμπνέει σε αυτόν που την έχει λάβει μια βίαιη αποστροφή για την κατάσταση στην οποία έχει γεννηθεί, και την έντονη επιθυμία να βγει από αυτήν…Αντί να προετοιμάζει ανθρώπους για τη ζωή, το σχολείο δεν τους προετοιμάζει παρά για δημόσιες υπηρεσίες, όπου η επιτυχία δεν απαιτεί καμία λάμψη πρωτοβουλίας. Στο βάθος της κοινωνικής κλίμακας δημιουργεί αυτούς τους στρατούς των προλετάριων, που είναι δυσαρεστημένοι από το είδος τους και πάντα έτοιμοι για επανάσταση. […]»
Το απόσπασμα αυτό, από το έργο του Gustave Le Bon («Ψυχολογία των μαζών») στα 1895, δείχνει, παρά τη χρονική απόσταση και τον ιδεολογικό χρωματισμό του, τη σημασία της επιστημονικής προσέγγισης, διαίσθησης και μεθόδου – έστω και παλαιάς – στη διασαφήνιση, διαλεύκανση φαινομένων της κοινωνίας και της πραγματικότητας. Και, το πιο σημαντικό ίσως, την απομυθοποίηση καλά θεμελιωμένων αντιλήψεων, προκαταλήψεων και στερεοτύπων που επικρατούν στην κοινή λογική και πεποίθηση των ανθρώπων. Η παιδεία λοιπόν από μόνη της δεν φτάνει, δεν είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη, για να γίνουν οι άνθρωποι πιο ηθικοί, ευτυχισμένοι, ίσοι. Και αυτό γιατί κατά τον Le Bon είναι ξεκομμένη από τη ζωή, από την εμπειρία της παραγωγής, της κοινωνικότητας, της εργασίας, από τη βιωματική μάθηση. Με άλλα λόγια από μια εμπειρική διάσταση της μάθησης-γνώσης και προσέγγισης της πραγματικότητας και της κοινωνίας. Είναι η θεωρητική και αφηρημένη μάθηση-εκπαίδευση, στηριζόμενη στην αποστήθιση εγχειριδίων και υπερσυσσώρευση πληροφοριών, στην παθητικότητα αυθεντία, στην υπακοή και αποδοχή-υποταγή στην αυθεντία του δασκάλου.
Από την άλλη όμως, αυτή η θεωρητικοποιημένη, αφηρημένη και διαχωρισμένη από την παραγωγή γνώση, κάνει τον άνθρωπο να βλέπει από απόσταση τη θέση του, περισσότερο ίσως αντικειμενικά, να μην ικανοποιείται με τις υφιστάμενες συνθήκες ζωής του. Βλέπει μέσα από τη συγκεκριμένη εκπαιδευτική διαδικασία μια άλλη διάσταση της ζωής, θέλει όλο και περισσότερα και καλύτερους όρους διαβίωσης. Αυτή η προοπτική μπορεί να οδηγήσει σε μια επαναστατική στάση και διάθεση το άτομο, ιδιαίτερα όταν παρά, τις προσδοκίες, υπάρχουν εμπόδια και σπάνη μέσων για την επίτευξή τους.
Μέσα από αυτές τις διαισθητικές σκέψεις και προσεγγίσεις του Le Bon μπορούμε να συνδεθούμε με τα σημερινά διλήμματα και διακυβεύματα γύρω από το περιεχόμενο της γνώσης, της παιδείας και της μαθησιακής διαδικασίας. Στη σύγχρονη εποχή, όπου η τεχνολογία και τα μέσα παραγωγής εξελίσσονται ραγδαία, έχει ανακάμψει με ένταση η αντιπαράθεση-διάλογος για τους στόχους και τους προσανατολισμούς της εκπαίδευσης: ενώ από την προηγούμενη γενική παιδεία περάσαμε σε έναν διαχωρισμό επαγγελματικής και γενικής εκπαίδευσης, ως ένα αίτημα εξίσωσης και ευκαιριών σε κοινωνικό επίπεδο, διαπιστώνουμε ότι ο κατακερματισμός αυτός υποβαθμίζει τη γνώση. Αυτό, σε συνδυασμό με τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αγοράς, αποστείρωσε τη μάθηση από μια ουσιαστική και ενιαία γνωστική-μαθησιακή διαδικασία, με ανθρωπιστικό[1] χαρακτήρα. Μέσα από μια παλινδρομική κίνηση, από μια πρακτική εκπαίδευση περάσαμε σε μια θεωρητική και έπειτα σε ένα διαχωρισμό τεχνικής και θεωρητικής, με έμφαση όμως στην αγορά. Αυτό είχε σαν συνέπεια τον παραγκωνισμό των κοινωνικών επιστημών, της φιλοσοφίας και της γνωσιοθεωρίας, ενώ προκρίνονται τεχνοκρατικοί κλάδοι και κατευθύνσεις. Γιγαντώθηκε και εδραιώθηκε το «ορθολογικό-αφαιρετικό»[2] μοντέλο παραγωγής γνώσης-μάθησης, σε βάρος του «εμπειρικού» μοντέλου.[3] Η βιωματική διάσταση της γνώσης, η σύνδεση και η εμπειρία με την κοινωνική ζωή και την παραγωγή έχουν εξοβελιστεί.
Η παιδεία (ως ο πνευματικός πλούτος-επιτεύγματα ενός πολιτισμού) και το σχολείο που την παρέχει-παράγει, δεν μπορεί παρά να στηρίζεται-θεμελιώνεται στη φιλοσοφία-επιστημολογία, διότι ζητήματα όπως η δυνατότητα και η διαδικασία προσπέλασης της γνώσης, αλλά και το πολύ σημαντικό τι είναι η γνώση (η φύση της γνώσης) είναι κατεξοχήν φιλοσοφικά και επιστημολογικά θέματα. Σχετικά με αυτήν την προοπτική, έχουμε να πούμε ότι από τον Γαλιλαίο και μετά απομακρυνόμαστε από έναν αφελή ρεαλισμό και εδραιώνεται σταδιακά ένα νέο επιστημολογικό μοντέλο που στηρίζεται όχι πια τόσο στα εμπειρικά δεδομένα (τα αισθητηριακά δεδομένα) αλλά στην αναπαράσταση και τη νοητική κατασκευή, σε αφαιρετικά δηλαδή γνωστικά σχήματα που συνεχώς εξελίσσονται και βελτιώνονται, σε θεωρητικά μοντέλα και φορμαλισμούς που δίνουν άλλη διάσταση για τη φύση του κόσμου.
Από την άλλη, η μονομερής προσήλωση και έμφαση στα θεωρητικά αφαιρετικά σχήματα-στο φορμαλισμό, χωρίς την επίμονη αναφορά στα αισθητηριακά δεδομένα,[4] ενέχει, όπως μας έχει δείξει επανειλημμένα το πείραμα και η παρατήρηση, τον κίνδυνο της πλάνης, έστω επίμονης και πειστικής. Έτσι, οι σύγχρονες επιστημονικές εξελίξεις και επιτεύγματα μας οδηγούν σε μια σύνθεση ορθολογισμού και εμπειρισμού, σε έναν ανοικτό ρεαλισμό, όπου μπορεί η a priori συνθετική γνώση[5], οι θεωρητικές-φορμαλιστικές κατασκευές και τα μοντέλα να προηγούνται από την επαλήθευση και την εμπειρική παρατήρηση, ή να αναζητούμε τη θεμελίωση της γνώσης (κυρίως μέσω των μαθηματικών) έξω από την εμπειρία-διαίσθηση, σε τυπικές-λογικές δομές και αρχές∙ εντούτοις, η σπουδή και η μέριμνα για επιστροφή και διάλογο των θεωρητικών σχημάτων μας με / σε αναφορά την πραγματικότητα και τα παρατηρησιακά-πειραματικά-αισθητηριακά δεδομένα, θα πρέπει να είναι απαρέγκλιτη. Και αυτό είναι το τελικό κριτήριο για τον έλεγχο της πιστότητας-εγκυρότητας-αλήθειας των θεωρητικών κατασκευών και γνωστικών σχημάτων μας.
Το ότι η σύγχρονη επιστημολογία[6]-φιλοσοφία προκρίνει την διαψευσιμότητα[7] σε σχέση με την επαληθευσιμότητα μια θεωρίας, ως κριτήριο για την επιστημονική εγκυρότητά της, μας οδηγεί στο να δώσουμε έμφαση και μεθοδολογική αξία, όχι μόνο στην παραγωγή γνώσης αλλά και στην διδακτική-μαθησιακή διαδικασία, στη μέθοδο της δοκιμής και πλάνης (trial and error).
Για να ευδοκιμήσει, να καλλιεργηθεί και να αναπτυχθεί αυτή η επιστημονική και διδακτική μέθοδος, χρειάζεται και ένα ανάλογο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης του σχολείου και κατ’ επέκταση της κοινωνίας. Βασικό κριτήριο, αρχή-αξία η δημοκρατική συνθήκη, το δημοκρατικό μοντέλο, ως βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και του ορθού λόγου. Και, φυσικά, η δημοκρατία, ο ορθός λόγος και η κριτική στάση δεν συμβιβάζονται με την υπακοή, την αποδοχή της αυθεντίας και ιδεολογικούς αναχρονισμούς όπως ο εθνοκεντρισμός και ο θρησκευτισμός που επιβάλλονται συνταγματικά. Ο αποκαθαρισμός της εκπαιδευτικής-μαθησιακής διαδικασίας από δογματισμούς, ιδεολογήματα και θεσμικές αγκυλώσεις είναι εκ των ων ουκ άνευ, για να μπορέσει να καλλιεργηθεί και να αναπτυχθεί η ελεύθερη, η κριτική σκέψη-πρακτική και η επιστημονική γνώση. Τελικά, η ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ!

Δημήτρης Φασόλης

[1] Εδώ εννοείται ο κοινωνικός χαρακτήρας μιας γνήσιας ουμανιστικής παιδείας, η οποία όμως έχει αποπέμψει τον στενό της ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα.[2] Εδώ εννοείται ο εργαλειακός ορθολογισμός και το θετικιστικό του μοντέλο.
[3] Εδώ εννοείται ο κριτικός και βιωματικός ορθός λόγος με το ανοικτά ρεαλιστικό-εμπειρικό του μοντέλο. (Για μια προσέγγιση της σκέψης των κυριότερων εκπροσώπων του εμπερισμού και του ορθολογισμού, βλ. Αναπολιτάνος [2005: 76-144].)[4] Εδώ εννοείται γειωμένη εμπειρία, που όμως συνδέεται με τη διαίσθηση και τη φαντασία.
[5] Για το ζήτημα της a priori συνθετικής γνώσης στη γνωσιοθεωρία του Kant βλ. Αναπολιτάνος (2005: 145-161) και Κατσιμάνη και Βιρβιδάκη (2001: 62-63, 79-83, 98-99)[6] Εδώ εννοείται, όχι βέβαια η αποστεωμένη και αποστειρωμένη σύγχρονη επιστημολογία, αλλά εκείνη που προϋποθέτει την περιεκτική γνωσιολογία.[7] Την έννοια της διαψευσιμότητας εισήγαγε και ανέπτυξε θεωρητικά ο Karl Popper (περί «επαληθευσιμότητας» και «διαψευσιμότητας» βλ. Βέικος 2000: 109-121).
Βιβλιογραφία

Αναπολιτάνος Δ 2005 (1985). Εισαγωγή στη Φιλοσοφία των Μαθηματικών. Αθήνα: Νεφέλη
Βέικος Θ 2000. Αναλυτική Φιλοσοφία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Κατσιμάνης Κ και Βιρβιδάκης Σ 2001. Προβλήματα Φιλοσοφίας. Αθήνα: ΟΕΔΒ


ΘΕΜΑΤΙΚΗ: Παιδεία