Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ
"Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ"
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Mandela - Free Spirit

Mandela - Free Spirit

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Από την ερμηνεία κειμένων στην ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων



 

Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα*

Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα
Τα γηρατειά πρέπει να καίνε και να παραληρούν στο δειλινό.
Οργιστείτε, οργιστείτε για το θάνατο της μέρας.
Οι σοφοί μαθαίνουν τελικά πως το σκοτάδι έχει δίκιο,
Γιατί οι λέξεις τους δεν έδωσαν ούτ’ έφεραν την αποκάλυψη, κι όμως
Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα.
Άνθρωποι καλοί, τελευταίος αποχαιρετισμός, φωνάζοντας πόσο φωτεινές
Οι εύθραυστες πράξεις τους ίσως θα χόρευαν σ’ έναν κόσμο αγάπης,
Οργιστείτε, οργιστείτε για το θάνατο της μέρας.
Άνθρωποι άγριοι που άρπαξαν και τραγούδησαν τον ήλιο που πετούσε,
Μαθαίνουν, αργά πια, πώς θρήνησαν σαν έφευγε,
Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα.
Άνθρωποι ανήσυχοι, κοντά στο θάνατο που βλέπουν θαμπωμένα
Μάτια τυφλά φλογίζονται  σαν μετεωρόλιθοι μα είναι εύθυμα,
Οργιστείτε, οργιστείτε για το θάνατο της μέρας.
Και συ, πατέρα μου, εκεί πάνω στο θλιμμένο ύψος,
Καταράσου, ευλόγησε, εμένα τώρα με τα άγρια δάκρυα σου,
προσεύχομαι.
Μην αφήνεσαι σ’ αυτή την όμορφη νύχτα,
Οργήσου, οργήσου για το θάνατο της μέρας.
Ντίλαν Τόμας

(μετάφραση: Βίλκη Τσελεμέγκου-Αντωνιάδου)

 

* Τακτικές συναντήσεις με θέμα: Από την ερμηνεία κειμένων στην ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων (συνέχεια του διαλόγου)
Θανάσης Χαλκιάς: Διαβάσαμε το ποίημα του Ντύλαν Τόμας «Μην αφήνεστε σ’ αυτήν την όμορφη νύχτα». Πολύ όμορφο το ποίημα, με συγκίνησε. Ασχολούμαστε επίσης με την ερμηνευτική κειμένων. Ωραία όλα αυτά, αλλά τι ουσιαστικό μου λέει, τι ενδιαφέρον έχει αυτό το ποίημα; Γιατί μου άρεσε; Τι «χρησιμεύει» ή, ακόμη ποια η αναγκαιότητα για ενασχόληση με την ερμηνεία ποιημάτων και γενικότερα κειμένων; Με άλλα λόγια τι σχέση έχει με τη ζωή μου και με τα κοινωνικά δρώμενα και ζητήματα; Γιατί τελικά να ασχοληθώ;
Δημήτρης Φασόλης: Τελικά και η ζωή, η κοινωνία, ένα κείμενο δεν είναι; Η ερμηνεία των κειμένων δεν μας οδηγεί στην καλύτερη και βαθύτερη κατανόηση των ανθρώπινων υποθέσεων;
ΆΓ: Το ποίημα για μένα έχει ως κεντρική ιδέα την επανάσταση, με την ευρύτερη έννοια, και ως πνευματική ανάταση και εξύψωση του ανθρώπου.
Θ: Μας προτρέπει να μην αφεθούμε στη νύχτα, στο σκοταδισμό, στη ματαίωση, ακύρωση, παραίτηση, απογοήτευση. Μας παρακινεί: οργίσου, επαναστάτησε.
Α: Και η γνώση, τι νόημα έχει; Μπορεί να μας οδηγήσει σε μια καλύτερη προοπτική; Ή χρειάζεται κάτι άλλο;

Θ: Μπορεί οι σοφοί να διαψεύσθηκαν, οι καλοί να απογοητεύθηκαν και οι άγριοι να ηττήθηκαν αλλά ο ποιητής παραμένει αταλάντευτος στη προσταγή του: η αντίσταση ενάντια στον θάνατο του φωτός. Πάντως, δεν νομίζω ότι η γνώση κατά τον ποιητή φέρνει κάποια αποτελέσματα. Χρειάζεται μάλλον μια πνευματική υπέρβαση και εξύψωση και όχι τόσο η γνώση.
Δ: Εγώ θεωρώ ότι η γνώση είναι σημαντική, αλλά είναι επίπονη και μακρά διαδικασία. Υπάρχουν ματαιώσεις και απογοητεύσεις, αποτυχίες αλλά και σοφοί που υποκύπτουν και παραιτούνται. Η γνήσια γνώση είναι αποκάλυψη, είναι αλήθεια, γι’ αυτό θα πρέπει να μην απογοητευόμαστε και να συνεχίζουμε την αναζήτησή της.
Α: Το ποίημα έχει ως μοτίβο προσταγές: Μην αφήνεστε στην όμορφη νύχτα - πρέπει να καίνε, παραληρούν το δειλινό - οργιστείτε για τον θάνατο της μέρας. Σε ποιους απευθύνεται; Στα γηρατειά. Στις τρεις πρώτες στροφές, έχουμε άλλο ένα τριπλό μοτίβο-σχήμα: την αναζήτηση (μέσο, σκοπός) την ακύρωση και τον θάνατο.  1. Για τους σοφούς η αναζήτηση αφορά στη γνώση (μέσο) και στην αποκάλυψη (σκοπός). Μαθαίνουν τελικά και αυτό ταυτίζεται με τον θάνατο. Η Ακύρωση, η ήπια αποδοχή της ακύρωσης, είναι ότι το σκοτάδι δικαιώνεται, τα λόγια των σοφών δεν καταφέρνουν την αποκάλυψη. Και έχουμε κι εδώ την προσταγή: «Μην αφήνεστε στην όμορφη νύχτα».
2. Για τους καλούς το μέσο είναι οι φωτεινές πράξεις με σκοπό την κοινωνία της αγάπης (φως-αγάπη) τελευταίος αποχαιρετισμός- θάνατος οι φωτεινές, εύθραυστες πράξεις τους, ίσως να χόρευαν σ’ έναν κόσμο αγάπης. Η ακύρωση της προσδοκίας, Οι φωτεινές, εύθραυστες πράξεις τους, έρχονται σε αντίθεση με το φωνάζοντας, (όχι ήπια αποδοχή) και η προσταγή: Οργιστείτε, οργιστείτε για τον θάνατο της μέρας.
3. άγριοι –αρπαγή και τραγούδι – (ορμή, όρεξη, απόκτηση/κατοχή, χαρά – ζωή) το μέσο. Μια πιο υλική προσέγγιση αλλά ο σκοπός παραμένει η υπέρβαση : Να αποκτήσουν τον ήλιο που πετούσε. (ως φως/ γνώση, αλλά λόγω της υλικής προσέγγισης, και ως πλούτο/δύναμη (ύβρις) Καταλήγουν στο θρήνο, αντιλαμβάνονται, αργά πια. Το τέλος, ο ήλιος έφυγε (αντίθετα με τις προηγούμενες στροφές, εδώ,η αργή διαδικασία αντίληψης /αποδοχής του τέλους μπορεί να υπονοεί και την έλλειψη επαφής μεταξύ μέσου και σκοπού, την διαστρέβλωση, παρερμηνεία αυτής της σχέσης).
Προσταγή: Μην αφήνεστε στην όμορφη νύχτα.
4.Ανήσυχοι. Επιστροφή/σύνδεση με  την πρώτη στροφή είναι οι γέροι που καίγονται και παραληρούν στο δειλινό : κοντά στο θάνατο (είναι τα γηρατειά) φλογίζονται- εύθυμα (αντίστοιχα με το καίνε και παραληρούν) θαμπωμένα, τυφλά μάτια- (δειλινό)
Προσταγή: Μην αφήνεστε στην όμορφη νύχτα (1η στροφή, 1ος στοίχος) Οργιστείτε, οργιστείτε για τον θάνατο της μέρας (5η στροφή, 3ος τελευταίος στοίχος),
κλείνει  ο κύκλος:
Μην αφήνεστε σ' αυτή την όμορφη νύχτα
Τα γηρατειά πρέπει να καίνε και να παραληρούν στο δειλινό
γιατί οι λέξεις τους δεν έδωσαν ούτ' έφεραν την αποκάλυψη, κι όμως
οι εύθραυστες πράξεις τους ίσως θα χόρευαν σ' ένα κόσμο αγάπης,
μαθαίνουν, αργά πια, πως θρήνησαν σαν έφευγε,
μάτια τυφλά φλογίζονται σαν μετεωρόλιθοι μα είναι εύθυμα,
Οργιστείτε, οργιστείτε για το θάνατο της μέρας.
Τελευταία στροφή:
Ο κύκλος έκλεισε, πάνω απ’ αυτόν, ψηλά, αναδύεται η μορφή,
το τέλος, που μπορεί να οδηγήσει στην αρχή.
Η στροφή στον πατέρα,
Στροφή στην μοναδική αφετηρία?
Ένας διάλογος με μια υπερυψωμένη ψυχή?
Τον θλιμμένο πρόγονο του οποίου επίσης ακυρώνονται οι προσδοκίες?
Θυμίζει επίσης η σκηνή να είναι παρμένη από την «πτώση»
Η θλιμμένη, εξυψωμένη πατρική φιγούρα ως Δημιουργός. Η κατάρα, αλλά και η ευλογία (άγρια δάκρυα)
Και στους πρόποδες, όλες οι εκδηλώσεις των ανθρώπων, εγκλωβισμένων στον κύκλο, που ο ποιητής περιγράφει στον τρελό χορό τους από τη ζωή προς τον θάνατο.
Μιλώντας για τον άνθρωπο (καθολικά, έξω από την χωροχρονική, ιστορική του εκδήλωση) δεν μπορούμε να μην σκεφτούμε ότι ίσως η αναφορά να είναι και στον επίγονο, τον άνθρωπο που έρχεται, γι αυτό και η (προς αυτόν) ευχή πια, και όχι προσταγή : κι εσύ που θα ρθεις, μην αφεθείς στην όμορφη νύχτα, μην συνεχίσεις αυτό το έργο, μόνο οργίσου για τον θάνατο της μέρας.

  • Μην αφήνεσαι, οργίσου, επαναστάτησε;
Δ: Το σκοτάδι και η νύχτα μου φαίνεται ότι είναι από την άλλη και αυτή η νάρκωση που το ανθρώπινο γένος έχει περιέλθει, η ακινησία, το τέλμα, η οποία είναι γλυκιά αλλά είναι τελικά η νέκρωση της ψυχής και του πνεύματος. Είναι αυτή η υπνωτιστική ρουτίνα της καθημερινότητας, το βόλεμα, η παραίτηση, η αλλοτρίωση και αποξένωση του σύγχρονου ανθρώπου, του ιδιώτη εγωιστή.
Ο ποιητής απευθύνεται σε διαφορετικούς τύπους ανθρώπων, αλλά μπορεί και όλες αυτές οι κατηγορίες-ιδιότητες να αφορούν στα ίδια πρόσωπα, μήπως τελικά στην ίδια την ανθρωπότητα; Απευθύνεται στα γηρατειά, προτρέποντας να μην αφήνονται στην όμορφή νύχτα, στην θαλπωρή της απομόνωσης, της παραίτησης και της περιθωριοποίησης. Η περιθωριοποίηση εξάλλου επιβάλλεται και από τη σύγχρονη κοινωνία, που δεν αποδέχεται τους ηλικιωμένους, τους μη παραγωγικούς ανθρώπους. Οι γέροι λοιπόν πρέπει να παραληρούν και να καίγονται στο δειλινό, να παραμένουν ζωντανοί και μαχητικοί, ακόμη και λίγο πριν τον θάνατο. Να τον αρνούνται και έτσι να τον ακυρώνουν. Να οργίζονται για το τέλος της ημέρας. Και όπως είπαμε, ο θάνατος και το σκοτάδι κάλλιστα μπορεί να είναι ο πνευματικός θάνατος και παρακμή. Έτσι, ο θάνατος και το σκοτάδι υποβιβάζονται σε κάτι ευτελές, γιατί όχι σε μια ψευδαίσθηση; Αυτό ίσως εκφράζει και η έκφραση μην αφήνεστε στην όμορφη νύχτα: κάτι όμορφο αλλά φτηνό, γλυκό, που εξαπατά δηλαδή και υπνωτίζει, χωρίς να αξίζει πραγματικά. Γιατί τι νόημα έχει να αντιστέκεσαι σε κάτι αληθινό και αξιόλογο;
Θ: Δεν πρόκειται λοιπόν απλά για τον θρήνο του ποιητή μπροστά στον επικείμενο ή συντελεσμένο θάνατο του φυσικού του πατέρα. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Πρόκειται μάλλον για μια έκκληση προς την υπέρβαση της ζωής-επιβίωσης, ενάντια στο πνευματικό σκοτάδι και το ζόφο. Το αποκορύφωμα είναι η τελευταία στροφή. Εδώ γίνεται το «ύψωμα» του ποιήματος. Τα άγρια δάκρυα του πατέρα που στέκει ψηλά και η ευλογία/κατάρα του, δίνουν στο κάλεσμα του ποιητή μια κατά κάποιο τρόπο ιερότητα.
Δ: Ναι, και έτσι δηλώνεται το άλλο οντολογικό επίπεδο, απευθυνόμενος σε κάτι υπερβατικό, σε κάτι υψηλό και ανώτερο, το οποίο εκφράζεται με λέξεις όπως «θλιμμένο ύψος, ευλόγησε, καταράσου, άγρια δάκρυα, προσεύχομαι». Η επανάσταση είναι κάτι τελικά υπέρτερο, ιερό, υψηλό, σαν να χρειάζεται ένα υπερβατικό άλμα ή παρέμβαση. Τόσο ριζικό είναι το ζήτημα. Αλλά επίσης, τα «άγρια δάκρυα» σημαίνουν ότι έχει και κόστος η επανάσταση ή ο αγώνας για ελευθερία και πνευματική ανάταση. Πόνος, οργή, αντίσταση; Όλα αυτά μαζί;

Α: Συνοψίζοντας:
Είτε λοιπόν μέσω της νόησης-λόγου, είτε μέσω της εμπειρίας-πράξης, καταλήγουμε σε αξίες όπως:
Γνώση – αποκάλυψη, φως – αγάπη,  ζωή – υπέρβαση (με την ερμηνεία που δώσαμε πιο πάνω)
Μοιάζουν αυτές οι σχέσεις να μπορούν ως ισότιμες να αντικαθιστούν η μία την άλλη.
Και αντλούνται από την θέληση της ιδιαίτερης σύστασης της ανθρώπινης φύσης (καλοί, άγριοι, ανήσυχοι) Σκοποί ευγενικοί, μέσα που συνάδουν με την ανθρώπινη φύση, τι είναι όμως αυτό που οδηγεί στην ακύρωσή τους?
Γιατί υπάρχει μια αποκάλυψη πίσω από κάθε τέλος : η αναγνώριση αυτής της ακύρωσης
Τα γηρατειά ως φθαρμένη, κουρασμένη, κατακερματισμένη «ανθρωπότητα». Η ανθρώπινη προσπάθεια (μέσο-σκοπός) ως σύγχυση/παγίδα,  Ο Θάνατος ως ακύρωση της προσδοκίας. Η όμορφη νύχτα: κίβδηλη και καθησυχαστική υποψία ευτυχίας. Η οργή, ως έκρηξη, διαταραχή, επανάσταση : Το τέλος του θανάτου.
Μήπως ο ποιητής να περιγράφει τελικά όχι την προσπάθεια των ανθρώπων, προς έναν ανώτερο στόχο, αλλά την αντίστασή τους? Την αντίσταση της ιδιαίτερης κλίσης στο καθολικό και πανανθρώπινο? Μήπως από εδώ προκύπτει και η ακύρωση των προσδοκιών : είναι υποκειμενικές και όχι αντικειμενικές.

  • Τι είναι η επανάσταση;

Δ: Η επανάσταση είναι ουσιαστικά σε ένα άλλο οντολογικό επίπεδο. Ο παλιός άνθρωπος πρέπει να πεθάνει, τα φράγματα (σύνορα) να πέσουν, για να γίνει επανάσταση. Άλλος κόσμος, άλλος τύπος ανθρώπου, πρωτόγνωρος, ανοίκειος. Ο Ντύλαν Τόμας δίνει ακριβώς αυτήν την προοπτική, να αγωνιστούμε-αντισταθούμε ενάντια στον «θάνατο», στο «σκοτάδι», σωματικό και πνευματικό, στην παρακμή και την κατάπτωση. Να οργιστούμε για τον θάνατο της ημέρας, που είναι η ελευθερία, η πνευματική δύναμη και ανάταση. Ενάντια στο μοιραίο, ενάντια στην ίδια την ανθρώπινη φύση – ένας άλλος άνθρωπος.

Α: Ας σταθούμε λίγο στα ζευγάρια: ευλογία -  κατάρα, άγρια –δάκρυα :
Η επανάσταση και με τις δύο αυτές μορφές : Η ευλογία : Ο εξοβελισμός των εγωιστικών, ιδιοτελών, αυθαίρετων στοιχείων που νοούνται ως «ελευθερία» ή « ξέχωρες ιδιαιτερότητες του ατόμου» και η προσέγγιση αυτού που μπορεί να διεκδικεί την αρχική, καθολική (στο χώρο και στο χρόνο), δομή της ανθρώπινης ιδιότητας. Η αλλαγή που προσδοκούν οι άνθρωποι, ο φωτισμός : το «είναι» στην κορύφωσή/εκπλήρωσή του, ως όλα αυτά που μπορεί να είναι – η αποκάλυψη : η νέα μορφή, το τέλος του θανάτου. Η κατάρα ως γνώση της επικείμενης αντίστασης σ’ αυτή την αλλαγή. Ο φόβος, η τάση για την συντήρηση του γνώριμου. Τα άγρια δάκρυα της οργής, της πάλης, της χαράς αλλά και ως θρήνος για το χαμό του παλιού κόσμου.
Είναι λοιπόν η μορφή του πατέρα, αυτή του γνήσιου επαναστάτη?
Φορέα της καθολικής και άρα υπέρτατης αξίας?
Κι εδώ ο ποιητής δεν προστάζει πια, αλλά προσεύχεται :
Κι εσύ πατέρα
Προσεύχομαι
Μην αφήνεσαι σ’ αυτή την όμορφη νύχτα
Οργίσου, οργίσου για τον θάνατο της μέρας.
Θ: Οι άγριοι άνθρωποι, που αρπάζουν τον ήλιο, τη ζωή, είναι οι επαναστάτες και οι μαχητές της ζωής. Μπορεί να βιώνουν ματαιώσεις και αποτυχίες, μπορεί να πικραίνονται, ωστόσο ούτε αυτοί, ούτε τότε, και παρά τις όποιες δυσκολίες, θα πρέπει να υποχωρούν και να απελπίζονται.
Δ: Οι άγριοι άνθρωποι είναι και οι νέοι, το ότι αρπάζουν τον ήλιο, δίνει το σφρίγος και τη δύναμη της ζωής, το πάθος, τον ενθουσιασμό και, μέσα σ’ όλα αυτά φυσικά, την επανάσταση.
Α: Εγώ θεωρώ ότι οι επαναστάτες είναι οι καλοί άνθρωποι, που παλεύουν για μια κοινωνία αγάπης. Οι άγριοι μπορεί να είναι οι θαμπωμένοι από την αστική ζωή, τον ανταγωνισμό και το κέρδος, τον πλούτο και τη δύναμη, την λεγόμενη πρόοδο.
Θ: Τελικά, θα μπορούσε να είναι όλοι, όλα αυτά μαζί. Άγριοι, καλοί, ανήσυχοι, ανάλογα τις περιστάσεις και τις χρονικές στιγμές στη ζωή τους/στη ζωή μας. Εξάλλου οι επαναστάτες είναι ανήσυχοι άνθρωποι, αναζητούν την ελευθερία, το νόημα της ζωής, τη δικαιοσύνη, τις υψηλές αξίες. Όπως και οι καλοί είναι ανήσυχοι και κάλλιστα μπορεί να είναι και επαναστάτες. Όλοι οι συνδυασμοί παίζουν.
Α: Ναι, συμφωνώ.
Δ: Η επανάσταση είναι ευχή και κατάρα, για όλους και τους επαναστάτες και τους παραιτημένους. Έχει κόστος, ψυχικό, ίσως και σωματικό, μπορεί να καταστρέφει αλλά και λυτρώνει, απελευθερώνει. Σίγουρα πάντως είναι μια ανάταση-εξύψωση πνευματική σε ανώτερο στάδιο, τύπο ανθρώπου, πολιτισμό. Είναι ουσιαστικά και θεμελιακά προσωπική υπόθεση, ατομική στάση, παράδειγμα-πράξη. Το να «προσεύχομαι» είναι κάτι πολύ προσωπικό, μοναχικό, μια ποιότητα, απαιτεί το γνώθι σ’ αυτόν, την περισυλλογή, τον αναστοχασμό, να αντλήσεις δύναμη από τα εσώτερα βάθη της ψυχής σου. Ο πατέρας είναι από τη μεριά των νεκρών, κάτι ίσως μεταφυσικό-υπερβατικό, ως σύμβολο του θεού. Αλλά είναι ταυτόχρονα και σύμβολο του πατέρα, της καταγωγής, της ρίζας του ανθρώπου, της ανθρωπότητας, το καταγωγικό είναι-ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι ο αδέκαστος κριτής, είτε ως ιερό ον είτε ως σύμβολο της καταγωγής του είδους, του γένους, η κεφαλή που στέκεται ακέραιη στην κορυφή, κοιτάζει τα έργα των απογόνων του και ως σοφός κρίνει, ευλογεί και καταριέται. 

  • Είναι αισιόδοξος ή απαισιόδοξος ο ποιητής;
Δ. Το σχήμα «μην αφήνεστε» και «οργιστείτε», που επαναλαμβάνεται ως μοτίβο, δίνει μια αισιοδοξία; έστω την αισιοδοξία αυτού που αγωνίζεται για έναν σκοπό, που έχει ισχυρή συνείδηση και δεν το βάζει με τίποτα κάτω; Σίγουρα πάντως δίνει μια προοπτική ένα διέξοδο. Μπορούμε να τα καταφέρουμε, να μην σκλαβωθούμε, να βγούμε στο φωτεινό λιβάδι, στο ξέφωτο.
Το ποίημα ολόκληρο διατρέχεται από αντίθεση-ένταση και προτροπή. Η οργή και οι αντιθέσεις, η άρνηση, δείχνουν μια αντιστασιακή-αγωνιστική διάθεση. Όπως έλεγε και Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, θάνατος είναι η σιωπή για τα θέματα που μας αφορούν, για τα κοινωνικά προβλήματα, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες. Άρα, παρά τις όποιες δυσκολίες, όσο ανυπέρβλητες κι αν φαίνονται, θα πρέπει να αγωνιζόμαστε, να μην το βάζουμε κάτω.
Αναφέρεται ακόμα και στα γηρατειά, πιο πριν, γι’ αυτό οι «ανήσυχοι άνθρωποι, κοντά στο θάνατο», ίσως εννοεί τώρα όχι μόνο τους γέρους αλλά και τους άρρωστους, τους ετοιμοθάνατους. Ούτε αυτοί πρέπει να παραιτούνται από τη ζωή, αλλά να υπερβαίνουν και να αντιπαλεύουν τον πόνο, τον φόβο και την αγωνία. Τι πιο αισιόδοξο από αυτό; Με την προϋπόθεση βέβαια ότι η συνείδηση παραμένει ελεύθερη και αγωνίζεται σαν να εξαρτάται από αυτήν το τέλος, η έκβαση του αγώνα;
Α: Όπου κι αν απευθύνεται ο ποιητής, είτε στον άνθρωπο, στις πρώτες στροφές,
είτε στον πατέρα/δημιουργό/ επίγονο, ανώτερο άνθρωπο, στην τελευταία,
υπάρχει εμπιστοσύνη και αισιοδοξία, μια αίσθηση ότι όλοι θα είναι συνεπείς στις προσταγές, αλλά και στην ευχή του ποιητή.

Δίνει προοπτική;
Θ: Σίγουρα υπάρχει, είναι η οργή και αντίσταση, αλλά και η ευφυΐα του να μην αφεθείς στα κελεύσματα και στις ύπουλες παγίδες της πεζής πραγματικότητας, του σκοταδισμού, της πνευματικής και ψυχικής νέκρωσης.
Δ: Η προοπτική είναι βέβαια η απελευθέρωση, μέσα από τον αγώνα και την επανάσταση, την ανατροπή του αυτονόητου ως μοιραίου, του δήθεν αναπόφευκτου σκοταδιού, της υποταγής, της παραίτησης, της παρακμής και του θανάτου.
Α: Ναι, υπάρχει προοπτική,  γι’ αυτό και η προσταγή του ποιητή (όπου ο λόγος του ποιητή είναι το  κριτήριο αποτίμησης/ρύθμισης των  πράξεων των ανθρώπων):  Πρέπει να καίνε και να παραληρούν στο δειλινό (Πρέπει) να μην αφήνονται στη νύχτα. (Πρέπει) να οργίζονται για τον θάνατο της μέρας. Πρέπει να αναζητήσουν το γνήσιο και άρα καθολικό. Το πρέπει ως καθήκον, απόλυτη προσταγή με κίνητρο, μέσο και σκοπό την ανθρώπινη ιδιότητα και όχι την ιδιαίτερη φύση του κάθε ενός. Την αναζήτηση του καθολικού εαυτού έξω από το ιδιωτικό εγώ : την ενότητα μέσα στην ποικιλία της ζωής.
 25/2/2013

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2013

Μην αφήνεστε..., Ντύλαν Τόμας*





 Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα

Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα
Τα γηρατειά πρέπει να καίνε και να παραληρούν στο δειλινό.
Οργιστείτε, οργιστείτε για το θάνατο της μέρας.
Οι σοφοί μαθαίνουν τελικά πως το σκοτάδι έχει δίκιο,
Γιατί οι λέξεις τους δεν έδωσαν ούτ’ έφεραν την αποκάλυψη, κι όμως
Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα.

Άνθρωποι καλοί, τελευταίος αποχαιρετισμός, φωνάζοντας πόσο φωτεινές
Οι εύθραυστες πράξεις τους ίσως θα χόρευαν σ’ έναν κόσμο αγάπης,
Οργιστείτε, οργιστείτε για το θάνατο της μέρας.

Άνθρωποι άγριοι που άρπαξαν και τραγούδησαν τον ήλιο που πετούσε,
Μαθαίνουν, αργά πια, πώς θρήνησαν σαν έφευγε,
Μην αφήνεστε σ’ αυτή την όμορφη νύχτα.

Άνθρωποι ανήσυχοι, κοντά στο θάνατο που βλέπουν θαμπωμένα
Μάτια τυφλά φλογίζονται  σαν μετεωρόλιθοι μα είναι εύθυμα,
Οργιστείτε, οργιστείτε για το θάνατο της μέρας.

Και συ, πατέρα μου, εκεί πάνω στο θλιμμένο ύψος,
Καταράσου, ευλόγησε, εμένα τώρα με τα άγρια δάκρυα σου,
προσεύχομαι.
Μην αφήνεσαι σ’ αυτή την όμορφη νύχτα,
Οργήσου, οργήσου για το θάνατο της μέρας.

Ντίλαν Τόμας 

 (μετάφραση, Βίλκη Αντωνιάδου)

*Ποίηση και πραγματική ζωή  

Άννα Γκίκα : Πολύ ωραίο ποίημα με δυνατό μήνυμα νομίζω. Έτσι δεν είναι;
Δημήτρης Φασόλης : Ναι, με μια πρώτη ματιά μου φάνηκε ενδιαφέρον.
Θανάσης Χαλκιάς: Εντάξει,  δε λέω καλό είναι… αλλά δεν ξέρω αν περνάει μηνύματα κλπ. Είναι απλώς ένα ποίημα.
ΑΓ:  Τι εννοείς είναι απλά ένα ποίημα; Κάτι θέλει να πει αυτός που το ΄γραψε, έτσι δεν είναι;
ΘΧ: Σίγουρα, αλλά δεν ξέρω τι είναι αυτό και αν με αφορά. Θέλω να πω ότι αυτός ο Ντύλαν Τόμας πέθανε κάπου το 1950  νομίζω… οπότε τι σχέση μπορεί να έχει με το σήμερα;
ΔΦ: Εγώ πάντως δεν ξέρω τι σκεφτόταν το 1950 ο ποιητής. Ξέρω μόνο ό,τι διαβάζω κι αυτό το ποίημα μιλάει για οργή και παρακινεί ενάντια στον εφησυχασμό νομίζω.  Εσύ που λες ότι έχει δυνατό μήνυμα,  κάτι τέτοιο κατάλαβες και συ;
ΑΓ: Ναι, νομίζω αυτό μου έμεινε. Αφού το λέει και το ξαναλέει: «οργιστείτε… μην αφήνεστε… οργιστείτε».
ΘΧ: Λέει «οργιστείτε» αλλά δεν ξέρω τι ακριβώς εννοεί. Δεν μου φαίνεται και πολύ σίγουρος. Έχει μια απαισιοδοξία το ποίημα νομίζω.
ΑΓ: Απαισιοδοξία γιατί;
ΘΧ: Ε, αφού λέει πως οι σοφοί άνθρωποι τελικά ανακάλυψαν πως δεν έχουν δίκιο και οι άγριοι άνθρωποι τελικά θρηνούν όταν πέφτει ο ήλιος. Δεν είναι κάπως απαισιόδοξο;
ΔΦ: Συγνώμη ρε παιδιά, αυτοί οι άνθρωποι, οι σοφοί, οι καλοί κλπ, τι ρόλο παίζουν στο ποίημα;  Γιατί τους αναφέρει;
ΑΓ: Εγώ νομίζω μιλάει για τον απολογισμό που κάνει κάθε άνθρωπος στο τέλος της ζωής του και τη ματαιότητα μπροστά στο θάνατο. Οπότε αυτοί είναι οι διάφοροι τύποι ανθρώπων που συναντά κανείς στο πέρασμα της ζωής.
ΘΧ: Αν είναι έτσι, τότε επιβεβαιώνεται αυτό που λέω, ότι δηλαδή ο ποιητής τα΄ χει βάψει μαύρα μπροστά στο θάνατο και θέλει να το εκφράσει.  Ειλικρινά εμένα αυτό δεν με αφορά. Πιο πολύ με νοιάζει η σκληρή πραγματικότητα της τωρινής ζωής μου.
ΔΦ: Ένα λεπτό… αν ισχύει αυτό που λες τότε όταν λέει «αντισταθείτε», δεν μπορεί να εννοεί να αντισταθούμε στο θάνατο. Αυτό δεν στέκει. Κάτι άλλο εννοεί.
ΑΓ: Αφού το γράφει: «Μην αφήνεστε σ' αυτή την όμορφη νύχτα» και «μην αφήνεστε στο θάνατο της μέρας». Μάλλον το σκοτάδι και τη νύχτα δεν γουστάρει. Οπότε μάλλον δεν ισχύει αυτό που είπα πριν περί θανάτου και απολογισμού ζωής κλπ.
ΔΦ: Άρα, προτρέπει να αντισταθούμε ενάντια στο σκοτάδι – και μάλλον δεν εννοεί το πραγματικό σκοτάδι. Ίσως το λέει αλληγορικά.
ΘΧ: Αν με το σκοτάδι εννοεί τον σκοταδισμό στο μυαλό των ανθρώπων, την ανισότητα, την εκμετάλλευση, τότε μπορώ να βρω αντιστοιχία με την πραγματικότητα. Τώρα κάτι αρχίζει να μου λέει το ποίημα.
ΔΦ: Κι αυτοί οι άνθρωποι που αναφέρει, τώρα που το σκέφτομαι, ίσως αντιπροσωπεύουν διάφορους τρόπους αγώνα ενάντια στο σκοτάδι αυτό. Οι σοφοί με τη γνώση, οι καλοί με την αγάπη, οι άγριοι με τη βία.
ΑΓ: Πάντως όλοι αυτοί είναι σαν να ηττήθηκαν στο τέλος,  σαν να τους βάζει ο ποιητής να διαπιστώνουν ότι πάλεψαν μάταια.
ΔΦ: Ταυτόχρονα όμως λέει αντισταθείτε, μην τα παρατάτε. Αυτό ίσως είναι μια αντίφαση. Μυστήριοι αυτοί οι ποιητές. Δεν καταλαβαίνεις εύκολα τι λένε.
ΑΓ: Υπάρχει και η τελευταία στροφή, εκεί που απευθύνεται στον πατέρα του και του ζητάει να τον ευλογήσει.
ΔΦ: … ή να τον καταραστεί…
ΘΧ: …ή και τα δύο μαζί! Αυτό είναι πολύ περίεργο. Γιατί άραγε εκφράζεται έτσι;
ΑΓ: Σίγουρα πάντως κάτι που είναι κατάρα κι ευλογία μαζί πρέπει να είναι πολύ σημαντικό.
ΔΦ: Συνεχίζω να μην καταλαβαίνω πώς κάτι μπορεί να είναι και τα δύο μαζί.
ΘΧ: Μπορεί να είναι μια πράξη με την οποία ρίχνεις κατάρα σε κάτι που καταδικάζεις και θες να καταστρέψεις και την ίδια στιγμή δίνεις ευλογία σε κάτι που θες να ξεκινήσεις, να δημιουργήσεις.
ΔΦ: Κι όλα αυτά τα κάνει η φιγούρα του πατέρα που ξαφνικά εμφανίζεται στο τέλος για να ρίξει άγρια δάκρυα. Μάλλον δεν μπαίνει τυχαία. Αλλά τι συμβολίζει;
ΑΓ: Μπορεί να μην συμβολίζει τίποτα και να είναι ο ίδιος ο πραγματικός του πατέρας. Πάντως ό, τι και να είναι μπαίνει στο μοναδικό σημείο του ποιήματος που μιλάει σε πρώτο πρόσωπο, σαν να σκέφτεται ο ποιητής μεγαλόφωνα για το τι πρέπει να κάνει.
ΘΧ: Ή μπορεί να αντιστοιχεί σε κάτι το ανώτερο ή σε κάτι ιερό από το οποίο να ζητάει βοήθεια, ίσως μια ανώτερη ιδέα από την οποία να ζητάει ή νομιμοποίηση ή κάτι τέτοιο.
ΔΦ: Άγρια δάκρυα, ανώτερη ιδέα, καταστροφή και δημιουργία… Και στο τέλος μιλάει πάλι για οργή και αντίσταση στο σκοτάδι. Εμένα μου φαίνεται ότι μπορεί να μιλάει τελικά για την Επανάσταση ως πράξη, ως συνείδηση ή όπως αλλιώς τη φαντάζεται κανείς. Τη μορφή της την αφήνει ανοικτή.
ΑΓ: Κι εμένα μου κολλάει αυτό. Ειδικά που έρχεται στο τέλος σαν λύτρωση μετά τις τόσες ακυρώσεις που περιέγραψε νωρίτερα.
ΘΧ: Τελικά αναθεωρώ: σίγουρα μιλάει και για τη ζωή όλων μας αυτό το ποίημα. Λοιπόν, πολύ μυστήρια τρένα τελικά αυτοί οι ποιητές… και τους είχα παρεξηγήσει. 

Τέλος διαλόγου. 

22/2/2013

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Δομή και πανανθρώπινη σκέψη*



Η δομική οργάνωση των κοινωνιών-πολιτισμών ανάγεται από τον Λέβι-Στρως στην ίδια την δομική οργάνωση της (παν)ανθρώπινης σκέψης, δηλαδή στις εννοιολογικές αρχές που συνιστούν την «κοινή ουσία του ανθρώπου». Αυτή η κοινή ουσία του ανθρώπου είναι η στοιχειώδης λογική αρχή (για τον ίδιο, η αρχή των δυαδικών αντιθέσεων) που διέπει το ανθρώπινο πνεύμα, και ταξινομεί τον χαοτικό κόσμο μας, με βάση αυθαίρετες-συμβατικές ομοιότητες, έτσι ώστε αυτός να γίνεται προσληπτός και κατανοητός από εμάς, δηλαδή να αποκτά νόημα και σημασία. Αυτή η καθολική λογική αρχή διερευνάται και διαφωτίζεται από τους κοινωνικούς επιστήμονες, καλυμμένη καθώς είναι κάτω από τα διάφορα συμβολικά συστήματα στους εκάστοτε πολιτισμούς, και τα οποία θα πρέπει, για αυτόν ακριβώς τον λόγο, να αναλυθούν-αποκωδικοποιηθούν.

Ωστόσο, από τα παραπάνω, δηλαδή από το ότι η δομή συνεπάγεται κάτι που παραμένει σταθερό αλλά και κάτι που αλλάζει ως ποικίλες ενδεχομενικότητες και διαφορετικές μορφές, προκύπτει το εξής ενδιαφέρον: η δομή δεν είναι μία, δεν αφορά σε ένα μόνο επίπεδο, αλλά σε πολλαπλά: σε επάλληλα επίπεδα διαφορετικού βάθους. Οι βαθιές δομές παραμένουν σχετικά αναλλοίωτες ή αλλάζουν αργά και βαθμιαία. Ενώ υπάρχουν και λιγότερο βαθιές, καθώς και επιφανειακές δομές, οι οποίες αλλάζουν ευκολότερα και με γρηγορότερο ρυθμό. Αυτή η συγκρότηση συνιστά και την ίδια την ιστορία, την αλλαγή και εξέλιξη των πολιτισμών και των κοινωνικών συστημάτων. Υπό αυτό το πρίσμα, μπορούμε να εξηγήσουμε και φαινόμενα όπου το παλιό συνυπάρχει με το καινούριο. Ή, ακόμη, καταστάσεις όπως η σημερινή, όπου ενώ φαίνεται να έχει εδραιωθεί ένας δυτικός τρόπος ζωής, με δημοκρατικό και κοσμοπολίτικο κλίμα και νοοτροπίες, παρατηρούμε να αναβιώνει (ουσιαστικά δεν έπαψε να υπάρχει, έστω υπόγεια) ο ρατσισμός, ο εθνικισμός, ο φασισμός και ο τοπικισμός και άλλες συντηρητικές-αντιδραστικές ιδεολογίες και στάσεις-συμπεριφορές (δηλαδή που αντιστοιχούν σε προϋπάρχουσες υπο-δομές, στο συλλογικό ασυνείδητο, ή σε παλαιότερες νοοτροπίες, τρόπους ζωής, παραγωγικές-κοινωνικές σχέσεις, στάσεις, ιδέες).

Θα προτείναμε λοιπόν την υπόθεση-θέση ότι οι βαθιές δομές δεν αλλάζουν εύκολα, και πάντως αλλάζουν με πολύ αργούς ρυθμούς. Όταν λοιπόν οι βαθιές δομές δεν αλλάζουν, μπορεί ανά πάσα στιγμή, σε κάθε ιστορική εποχή, να αναδυθούν αυτές στην επιφάνεια, με δριμεία μάλιστα δύναμη-ένταση. Και έτσι,  βιώνουμε ένα «πισωγύρισμα» στην ιστορία. Ανεξαρτήτως, βέβαια, από τις όποιες (έστω και «εντυπωσιακές») αλλαγές σε ανώτερα επίπεδα πλάτους. Αντιστρόφως, όμως, όταν οι νέες μορφές-δομές στην επιφάνεια του ιστορικού γίγνεσθαι – της ιστορίας – έχουν τέτοια διάρκεια και επιμονή στον χρόνο, ώστε να επηρεάζουν βαθύτερα επίπεδα και να προκαλούν «τεκτονικές» επιδράσεις στις κατώτερες δομές, τότε έχουμε μια συνολική-«ολιστική» ιστορική κίνηση, μια «πραγματική» αλλαγή-εξέλιξη που μας οδηγεί σε μια νέα εποχή-ιστορική καμπή. Σε τέτοιες χρονικές καμπές, έχουμε όχι μόνο αλλαγές αλλά ακόμη και ιστορικά άλματα ή επαναστάσεις, με την ευρύτερη έννοια. Αυτή εξάλλου ήταν και η σκέψη του Μπροντέλ για την ιστορία.

Σε αυτό το σχήμα θα μπορούσαμε να εντάξουμε και βασικές ανθρωπολογικές έννοιες, όπως η ταυτότητα/ετερότητα, η συγγένεια, ο τόπος-εντοπιότητα. Οι συλλογικές ταυτότητες και τα συγγενειακά συστήματα, για παράδειγμα, συνιστούν εκφράσεις βαθύτερων δομών, ασυνείδητων συλλογικών μοτίβων και κωδίκων-συμβόλων (ας θυμηθούμε εδώ την ψυχαναλυτική θέση ότι «το υποσυνείδητο είναι δομημένο σαν γλώσσα). Για αυτό ακριβώς είναι πολύ ανθεκτικές στον χρόνο και «αντιστέκονται» σθεναρά (έστω και «υπόγεια») στις όποιες επιφανειακές αλλαγές στο εποικοδόμημα: αξίες, αντιλήψεις και νοοτροπίες που διαφημίζονται από τη σφαίρα της βιομηχανίας του θεάματος, την πολιτική πρακτική, τον ακαδημαϊκό κόσμο και την εκπαίδευση, το σύγχρονο λάιφ στάιλ και νεοεισηγμένους θεσμούς ή νομοθετικές μεταρρυθμίσεις. Υποθέτουμε, λοιπόν, ότι για να επιφέρουν αποτελεσματικές επιρροές οι εν λόγω επιφανειακές δομές στις βαθιές-κάθετες δομές της ιστορίας και των πολιτισμών, θα πρέπει να παραμείνουν εν ενεργεία για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Περαιτέρω, και καθοριστικής σημασίας προϋπόθεση, θα πρέπει αυτές οι δομές-μορφές να είναι λειτουργικές, δηλαδή να εκφράζουν και να επηρεάζουν-τροποποιούν το σύνολο της ύπαρξης του ανθρώπου: τόσο του λογικού-συνειδητού όσο και του ατομικού/συλλογικού ασυνειδήτου (συναισθηματικός-ψυχολογικός κόσμος, φαντασία, σύμβολα και σχήματα του υποσυνείδητου, νέα νοήματα και προσδοκίες, ιδέες, αξίες, νοοτροπίες). Δηλαδή να συλλειτουργούν διαδραστικά με τις βαθιές δομές της ιστορίας (των κοινωνιών και πολιτισμών), να επιδρούν καταλυτικά και να «κινητοποιούν-ταρακουνούν» αυτά τα δυσκίνητα αδρανή συστήματα, ώστε να συμβάλουν-επιφέρουν θεμελιακές αλλαγές σε αυτές. 

19/2/2013

Δημήτρης Φασόλης   

  • Το παρόν κείμενο είναι συνέχεια του προηγούμενου κειμένου μου, «Η δομική ανάλυση στη γλωσσολογία και την ανθρωπολογία».




Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

Η Δομική ανάλυση στη γλωσσολογία και την ανθρωπολογία (σχόλια πάνω στο ομώνυμο άρθρο του Λέβι-Στρως)*



Δομή και διαδικασία
Η θεώρηση του Λέβι-Στρως πάνω στη σχέση ανάμεσα στην ανθρωπολογία και τη γλωσσολογία, όσον αφορά στη μέθοδο και την ανάλυση, χρήζει νομίζω επικαιροποίησης και επανεξέτασης. Στο βαθμό που οι ανθρωπολόγοι και οι κοινωνικοί επιστήμονες γενικότερα εξετάζουν λόγους, σύμβολα και δράσεις που έχουν νόημα, είναι θεμιτό να αναστοχαστούν πάνω σε μια βασική ιδιότητα της γλώσσας: τη συγκρότησή της ως ένα σύστημα σχέσεων-συνδυασμού μεταξύ πεπερασμένου αριθμού στοιχείων, τα οποία συνιστούν μια δομή (με επιμέρους υποδομές και υποσυστήματα). Η κριτική μεταδομιστική στροφή στην ανθρωπολογία, απεμπόλησε μάλλον την έννοια της δομής, καθώς ήταν αρκετά περιοριστική και ανεπαρκής στην ανάλυση των κοινωνικών φαινομένων. Η σταθερότητα και «κλειστότητα» που χαρακτήριζαν την εν λόγω έννοια, κατηγορήθηκαν ότι εμποδίζουν την κατανόηση των πολιτισμών και των κοινωνιών, που χαρακτηρίζονται τελικά από ρευστότητα, κινητικότητα και μεταβλητότητα, περισσότερο, παρά από αδράνεια και μονολιθικότητα.  
Ωστόσο, αν την προσεγγίσουμε με μια πιο «φρέσκια» ματιά, θα διαπιστώσουμε ότι δομή είναι οι ίδιες οι σχέσεις μεταξύ των στοιχείων ενός συστήματος, οι οποίες συνιστούν ένα «νόημα», ένα μήνυμα ή περιεχόμενο, μέσα από την λειτουργική αλληλεπίδρασή τους. Αυτό, δεν συνεπάγεται αναγκαστικά μια παγιωμένη κατάσταση στον χρόνο, μια ακίνητη και αμετάβλητη πραγματικότητα. Αντίθετα, εμπεριέχει τον μετασχηματισμό, τη μεταβολή, τη διαδικασία, τη δράση παράλληλα με την οργάνωση σε σύστημα-σε δομή. Η δομή ιδώνεται έτσι ως ένα «πυρηνικό» περιεχόμενο, ένας βασικός «κώδικας» που παραμένει σταθερός στο βάθος, ως υποδομή, αλλά δίνει πολλές μορφές και παραλλαγές στην επιφάνεια, ως φαινόμενο, δράση, σύμβολα, επιτελέσεις, τελετουργίες, λόγοι και πρακτικές. Η δομή, δηλαδή οι σχέσεις μεταξύ των επιμέρους στοιχείων, είναι κάτι που δεν φαίνεται, δεν προσλαμβάνεται από τις αισθήσεις, από την εμπειρία. Αυτό που φαίνεται και αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας είναι οι μορφές με τις οποίες εκδηλώνονται οι δομές, δηλαδή τα φαινόμενα. Αντίθετα, η δομή όχι μόνο δεν είναι κάτι εμπειρικό, αλλά προσλαμβάνεται περισσότερο μέσω του ασυνειδήτου, και ίσως αυτός είναι ο ιδιαίτερος ρόλος της (η λειτουργία και η επενέργειά της), για να αναπαράγονται οι κοινωνίες, οι πολιτισμοί και οι συλλογικές συμπεριφορές.
Σχέσεις αντίθεσης και διαφοράς
Ξαναγυρνώντας στην ανάλυση της γλώσσας και στη σχέση της με τα πολιτισμικά φαινόμενα, σημειώνουμε ότι η εξέλιξη της φωνολογίας, ιδιαίτερα, μας έδειξε ότι τα πεπερασμένα στοιχεία που συνιστούν τη γλώσσα παράγουν άπειρους συνδυασμούς-ολότητες και ότι το σύστημα αυτό χαρακτηρίζεται από σχέσεις αντίθεσης και απουσίας. Αυτό εξηγείται η σημασιοδοτική λειτουργία της γλώσσας: τόσο οι λέξεις-σημεία όσο και τα επιμέρους φωνήματα εντός της λέξης αποκτούν την ιδιαίτερη σημασία και το νόημά τους από τη θέση τους στην ευρύτερη δομή της γλώσσας ως συστήματος, από την αξία τους. Έτσι, η «καρέκλα» έχει νόημα για μας όχι ως μεμονωμένη έννοια ή λέξη, αλλά μέσα από τη σχέση της, ομοιότητας και διαφοράς, με άλλες λέξεις: είναι καρέκλα γιατί δεν είναι τραπέζι ή κρεβάτι (αν και έχει κοινά στοιχεία: π.χ. πόδια) αλλά ούτε πόρτα, παράθυρο κλπ. Το ίδιο συμβαίνει και με τα φωνήματα σε μια λέξη: οι λέξεις μόνος, τόνος, πόνος, εκλαμβάνονται ως διαφορετικά σημεία λόγω της διαφοροποίησης-αντίθεσης των φωνημάτων p, t και m. Αλλά και η λέξη όνος προκύπτει μέσα από την απουσία κάποιου άλλου φωνήματος, πέρα από τα φωνήματα  o n o s.  
Η εσωτερική «λογική» της δομής-συστήματος και οι καθολικοί-γενικοί νόμοι
Επίσης η ανάλυση του Λέβι-Στρως για την υφή (δομή) του συστήματος συγγένειας (η οποία συνίσταται σε ζεύγη δυαδικών αντιθέσεων), όπου υποστηρίζει ότι αποτελεί την πιο απλή μορφή συγγενειακής δομής και εξυπηρετεί την οικονομία στις ανθρώπινες σχέσεις και κοινωνίες, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Στην έννοια της δομής, εμπεριέχεται και εξυπονοείται η αρχή της οικονομίας που διέπει όλα τα λειτουργικά συστήματα (ομάδες, κοινωνίες, πολιτισμούς) και κοινωνικά φαινόμενα. Δηλαδή, κάτω από τη μορφή, υπάρχει ένα μίνιμουμ περιεχόμενο, μια απλή σχέση ή λειτουργία, ένα απλό μήνυμα-πληροφορία που εξυπηρετεί την ίδια την ανάγκη οργάνωσης ενός συστήματος και των σχέσεων μεταξύ διαφορετικών πραγμάτων που συγκροτούν ένα φαινόμενο, έναν οργανισμό, μια κοινωνική κατηγορία κλπ. Και που μπορεί να εκφραστεί με ένα απλό νόμο, τον οποίο ο κοινωνικός επιστήμονας επιδιώκει να ανακαλύψει.
Επιπροσθέτως, η δομική συγκρότηση ενός συστήματος έχει να κάνει με την ασυνείδητη «σκέψη» και νόηση, με τις μη συνειδητές πλευρές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Μέσω της μορφής της περνά στο (συλλογικό και ατομικό) ασυνείδητο της κοινωνίας-πολιτισμού και έτσι μετατρέπεται ευκολότερα σε νοοτροπία, αξία, ιδεολογία, στάση, ρουτίνα, έξη και μεταβιβάζεται από άτομο σε άτομο και από ομάδα σε ομάδα. Έτσι διαιωνίζεται ένα σύστημα ή τουλάχιστον η βασική υφή του, η εσωτερική «λογική» του, που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά, ανεξάρτητα από τις επιμέρους μεταλλάξεις και αλλαγές, τις νέες μορφές που τυχόν παίρνει ιστορικά. Είναι θα λέγαμε τα μοτίβα αυτά συμπεριφοράς, σκέψης και αξιών που εδραιώνονται ασυνείδητα και αναπαράγονται, ενώ στο επίπεδο του συνειδητού εκλογικεύονται και νομιμοποιούνται μέσα από πολιτισμικές διαδικασίες, κοινωνικούς θεσμούς, δράσεις και λόγους (discourses) δημόσιους ή ιδιωτικούς, λόγιους-επιστημονικούς ή λαϊκούς, ακόμη και «περιθωριακούς».
Η επανεμφάνιση, όπως λέει ο Λέβι-Στρως, σε απομακρυσμένες περιοχές και ιστορικές περιόδους και σε λαούς, τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους, κανόνων, μορφών συγγένειας, πολιτισμικών πρακτικών, θεσμών και συμβόλων, μας δείχνει ότι τα πολιτισμικά-κοινωνικά φαινόμενα ή μορφές και δομές, υπαγορεύονται από γενικούς και άρρητους-υπόρρητους νόμους. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι «σε μια άλλη τάξη πραγματικότητας τα φαινόμενα της συγγένειας είναι φαινόμενα ιδίου τύπου με τα γλωσσικά φαινόμενα» (Levi – Strauss  2010: 51).  
Η δομή ως (λογικό) πλαίσιο δυνατοτήτων
Συνάγεται λοιπόν, ότι η δομή δεν είναι κάτι μονολιθικό, παγιωμένο και αμετάβλητο, αλλά μάλλον διέπεται από έναν λογικό πυρήνα. Σύμφωνα και με τον Λέβι-Στρως, ο ανθρωπολόγος πρέπει να ερευνήσει και να αποκαλύψει μια «εσωτερική λογική της κοινωνικής πραγματικότητας» που δεν είναι εμφανής στο εμπειρικό επίπεδο, αλλά εδρεύει πίσω από την εμπειρική πραγματικότητα. Πρόκειται λοιπόν για «βαθιές» δομές, οι οποίες ουσιαστικά συνιστούν ένα λογικό πλαίσιο δυνατοτήτων, από το οποίο οι διαφορετικές κοινωνίες αντλούν το δικό τους συνδυασμό (περιεχόμενο-μορφές) δημιουργώντας τον δικό της ιδιαίτερο πολιτισμό η καθεμιά. Επομένως η δομή εδράζεται στο επίπεδο της δυνητικότητας, σε μια εν δυνάμει κατάσταση, η οποία δίνει πολλές ενδεχομενικότητες, δηλαδή διαφορετικές μορφές-εκδοχές της, οι οποίες εκδηλώνονται ως πολιτισμικές δομές, διαδικασίες, σχέσεις, αξίες, ιδέες και λειτουργίες-πρακτικές. Για αυτό το λόγο (η δομή) επιτρέπει και εμπεριέχει ουσιαστικά την αλλαγή-μετασχηματισμό, την εμπρόθετη δράση (των ενσυνείδητων δρώντων υποκειμένων) και τη διαδικασία∙ και δεν είναι – όπως φαντάζονταν παλιότερα οι επιστήμονες – σταθερή και αμετάβλητη.
  • Claude Levi – Strauss  Δομική Ανθρωπολογία, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2010

9/2/2013

Δημήτρης Φασόλης