Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ
"Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ"
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Mandela - Free Spirit

Mandela - Free Spirit

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Βήματα για τον (ελευθεριακό-αμεσοδημοκρατικό) σοσιαλισμό



Η πρόταση για μια αυτόνομη-αυτοδιαχειριζόμενη ραδιοτηλεόραση δεν είναι μη ρεαλιστική, αντίθετα μπορεί να γίνει πραγματικότητα άμεσα∙ αρκεί οι άνθρωποι να το θελήσουν πραγματικά και να συνειδητοποιήσουν τόσο την αναγκαιότητα για ένα τέτοιο εγχείρημα όσο και την ικανότητά τους να το πραγματώσουν.
Καταρχήν, θα πρέπει να αυτοδιοικείται από επιτροπές κατοίκων, πολιτών, εκπροσώπους συλλογικοτήτων, κινημάτων, εγχειρημάτων χειραφέτησης-άμεσης δημοκρατίας-αυτοοργάνωσης. Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ θα ενταχθούν σε αυτές τις δομές αυτοοργάνωσης-αμεσοδημοκρατικής αυτοδιαχείρισης. Όσον αφορά στη βιωσιμότητα του εγχειρήματος, μπορεί να ανοίξει ένας τραπεζικός λογαριασμός που κάθε πολίτης μπορεί να καταθέτει ένα μικρό ποσό για την κάλυψη των μισθών των εργαζομένων. Εν ανάγκη, να συσταθεί νομική μορφή κοινωνικής επιχείρησης ή αστικής-μη κερδοσκοπικής εταιρείας, σωματείου κλπ. Εννοείται ότι όλοι οι εργαζόμενοι θα αμείβονται ίσα, ανεξάρτητα πόστου και ειδικότητας. Επίσης θα πρέπει να μένει ένα πλεόνασμα για μελλοντικές παραγωγές και αναπτυξιακά σχέδια. Αν οι χρηματική προσφορά δεν επαρκεί, θα μπορούσε να αναπληρωθεί με ένα δίκτυο ανταλλαγής εργασιακής προσφοράς και αγαθών, ένα είδος κοινωνικής τράπεζας εργασιών και αγαθών. Άλλωστε, ανάλογα εγχειρήματα έχουν ήδη γίνει πράξη σε διάφορες περιοχές της χώρας και στην Αθήνα. Με αυτόν τον τρόπο μειώνεται καταλυτικά το κόστος ζωής και άρα η ανάγκη σε (υψηλούς) μισθούς.
Ένα ανάλογο μοντέλο θα μπορούσε να εφαρμοστεί ευρέως στον «δημόσιο και ιδιωτικό» τομέα, οι οποίοι αντικαθίστανται από ένα νέο κοινωνικό οικονομικό-παραγωγικό μοντέλο:
Οι επιχειρήσεις και οι κοινωνικές υπηρεσίες αυτοδιευθύνονται όχι μόνο από τους εργαζόμενους (και τους ειδικούς) αλλά και από αντιπροσώπους των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών. Οι επιτροπές γειτονιών συγκροτούνται σε επιτροπές αντιπροσώπων δήμων, πόλεων, περιφερειών και τελικά σε επίπεδο χώρας. Δηλαδή μια αμεσοδημοκρατικά αυτοοργανωμένη και αυτοδιευθυνόμενη-αυτοδιαχειριζόμενη ομοσπονδία. Οι αντιπρόσωποι σε κάθε επίπεδο, τοπικό, περιφερειακό κλπ. θα εναλλάσσονται εκ περιτροπής (σε τακτά, όσο το δυνατόν συντομότερα χρονικά διαστήματα) και θα λογοδοτούν απευθείας στους πολίτες, στις λαϊκές συνελεύσεις. Έτσι, η συμμετοχή όλων στην πολιτική, στη διαχείριση των κοινών, θα είναι δικαίωμα αλλά και υποχρέωση.   
Οι μισθοί για ίση εργασία θα είναι ίσοι για όλους ανεξαιρέτως, ενώ είναι απαραίτητη προϋπόθεση να υπάρχει μέριμνα και πρόνοια για να αποταμιεύεται ικανό πλεόνασμα κοινωνικού πλούτου, για μελλοντικά παραγωγικά σχέδια για τις ανάγκες των νέων γενεών και για ώρες ανάγκης. Οι άμεσες ανταλλαγές αγαθών και υπηρεσιών-εργασιών μέσα από κοινωνικές τράπεζες και δίκτυα αλληλεγγύης είναι ένας σοβαρός εναλλακτικός τρόπος διανομής του δημόσιου πλούτου στους ανθρώπους, εντούτοις στις σύγχρονες σύνθετες κοινωνίες δεν μπορεί να είναι το μόνο και ίσως ούτε το κυρίαρχο. Συνεπώς χρειάζεται ένα ανταλλακτικό μέσο (ένα γραμμάτιο χωρίς σημαντική αξία, ιδιαίτερα χωρίς αξία συμβολική που ευνοεί τον φετιχιστικό χαρακτήρα του μέσου), ας πούμε που να αντιστοιχεί σε ώρες εργασίας και ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε παραγωγού ή και μη παραγωγού (π.χ. παιδιών, ηλικιωμένων, αρρώστων) είτε σε ατομικό επίπεδο ή συλλογικό (π.χ. όποιας μορφής «οικογένεια», «κολεκτίβα», «κοινόβιο» κλπ.). Με αυτό το γραμμάτιο θα μπορεί ο καθένας να «αγοράζει», να προμηθεύεται τα αγαθά και τις υπηρεσίες που έχει ανάγκη, από κοινωνικές και δημοτικές τράπεζες, αποθήκες και αγορές – χωρίς βέβαια μεσάζοντες.
Όλοι οι πολίτες θα πρέπει να αυτοοργανωθούν με βάση το παραπάνω μοντέλο και να συγκροτήσουν μια αυτόνομη, αμεσοδημοκρατική-ελευθεριακή λαϊκή εξουσία, που αρχικά θα υπάρχει παράλληλα με την καπιταλιστική εξουσία και θα απαιτεί την ολοένα διευρυνόμενη αυτοδιαχείριση και το βάθεμα της δημοκρατίας σε άμεση δημοκρατία. Επίσης, θα απαιτήσει άμεσα την αναδιανομή του πλούτου από τους πλούσιους στην κοινωνία (φορολόγηση), για τη λειτουργία όλων αυτών των κοινωνικών αυτοδιευθυνόμενων φορέων (σχολείων, νοσοκομείων, ΜΜΕ κλπ.). Είναι ευνόητο ότι τα κοινωνικά κινήματα σε αυτό το μεταβατικό στάδιο θα διεκδικήσουν την παύση πληρωμών και φόρων, ώστε να προσφέρουν οικονομική στήριξη απευθείας στους θεσμούς και τα εγχειρήματα αυτοοργάνωσης-άμεσης δημοκρατίας. Έως ότου τελικά η αναδυόμενη λαϊκή αυτό-κυβέρνηση αναλάβει αυτή την εξουσία και την αυτοδιεύθυνση της αυτοοργανωμένης κοινωνίας.
Μια τέτοια αυτόνομη-αναρχική αυτό-κυβέρνηση δεν θα λειτουργεί ως κράτος, ως ένας εξωτερικός καταπιεστικός μηχανισμός βίας, αλλά για την προστασία από τους ίδιους τους πολίτες των κεκτημένων και της ελευθερίας-αυτονομίας τους. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι δεν θα είναι αποφασιστική και θα επιδεικνύει πυγμή και δύναμη όταν βλέπει να διακυβεύονται τα συμφέροντα και οι αποφάσεις των λαϊκών συνελεύσεων από οποιονδήποτε και για οποιαδήποτε αιτία. Η ένοπλη περιφρούρηση της α-κρατικής και μη εξουσιαστική δημοκρατίας δεν θα γίνεται από ειδικούς ή προνομιούχα στρώματα-συντεχνίες αλλά άμεσα από τους ίδιους τους πολίτες (πολιτοφυλακές). Η επιτήρηση και προστασία των νόμων της πόλης (άστυ), δηλαδή η αστυ-νόμευση, από τους ίδιους τους πολίτες έχει ως αποτέλεσμα την αυτόματη και ακαριαία εξάλλειψη της εγκληματικότητας, γιατί όταν η κοινωνία αναλαμβάνει την τύχη της και παίρνει τη ζωή στα χέρια της, οποιαδήποτε παράβαση ή μη νομιμότητα δεν έχει νόημα και λόγο ύπαρξης, πλέον, όπως έχει δείξει και η ανάλογη ιστορική εμπειρία.  
Κάποιες υπομνήσεις:
Η γενικευμένη παρακμή του παγκόσμιου αλλά ιδιαίτερα του ντόπιου αστικού-καπιταλιστικού συστήματος οδηγεί στην κατάρρευσή του. Είναι βαθύτατη η κρίση τόσο της οικονομίας όσο και του πολιτισμικού και κοινωνικού μοντέλου. Για αυτό και αντανακλάται στις συνειδήσεις των ανθρώπων ως ανάγκη-αναγκαιότητα για δραστικές αλλαγές και μέτρα που θα επαναφέρουν την ισορροπία και την υπέρβαση της παρούσας κατάστασης. Το κρίσιμο ζήτημα είναι προς ποια κατεύθυνση θα γίνουν οι ριζικές αλλαγές που χρειάζονται για να βγει η κοινωνία από το αδιέξοδο: θα γίνουν αναδιαρθρώσεις – ή και μεταρρυθμίσεις – που εξυπηρετούν την εξουσία, ώστε να ανανεωθεί και να ενδυναμωθεί, ή θα γίνει ριζική ανατροπή προς όφελος των ανθρώπων που υφίστανται την καταπίεση και την εκμετάλλευση;
Πάντως, το σίγουρο είναι ότι δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω: ούτε να ξανανοίξουν τα χιλιάδες μαγαζιά και μαγαζάκια μόνο για να μην χάσουν κάποιοι τη δουλειά τους, διότι δεν εξυπηρετούν πραγματικές κοινωνικές και υπαρξιακές ανάγκες, ούτε να υπάρχουν παρασιτικοί τομείς απλώς για το κέρδος και για τα προνόμια κάποιων, ούτε να γίνουμε όλοι γκαρσόνια στον τουρισμό, ούτε δημόσιοι υπάλληλοι και ελεύθεροι επαγγελματίες, ούτε να υπάρχουν δημόσιες (κρατικές) επιχειρήσεις ή νοσοκομεία μέσα στη ρεμούλα και τη σπατάλη (για να έχει προνόμια και να πλουτίζει η εργατική αριστοκρατία). Είναι ηλίου φαεινότερον ότι για να επιβιώσει η οικονομία στην Ελλάδα χρειάζονται ριζικές τομές στο δημόσιο τομέα, ώστε αυτός να περιοριστεί δραστικά και να λειτουργήσει «αξιοκρατικά-ορθολογικά» (έστω με την αστική έννοια). Γιατί είναι ένας καθαρά παρασιτικός τομέας, ο βασικός παράγοντας της εγχώριας κρίσης, που τον τρέφουν οι εργαζόμενοι-προλετάριοι με το υστέρημά τους. Αυτό έχει σαν συνέπεια το μπλοκάρισμα όλης της κοινωνίας στα γρανάζια του κρατικού ελέγχου και δυσλειτουργίας, με καταστρεπτικές επιπτώσεις στην παραγωγή και διανομή του κοινωνικού πλούτου. Μα και εξίσου επιζήμιες επιδράσεις στο συλλογικό φαντασιακό και στη δημιουργικότητα-ελευθερία της κοινωνίας. Αν συνεχιστεί αυτός ο φαύλος κύκλος του δημόσιου τομέα που παράγει διαρκώς ελλείμματα, τότε όλη η οικονομία θα καταρρεύσει με ολέθριες επιπτώσεις για τους εργαζόμενους, πολύ χειρότερες από ό,τι σήμερα. Δεν τον χρειάζεται ούτε η αστική τάξη ούτε και μια ελευθεριακή κοινωνία. Συνεπώς, η αναδιάρθρωση είναι ιστορικά αναγκαία – και όχι μόνο για το καλό των καπιταλιστών. Αυτό το αποδέχεται πολύς κόσμος, για αυτό υπομένει τη σημερινή πολιτική, φοβούμενος για το χειρότερο, το άγνωστο και – ίσως – το χάος. Εκτός βέβαια και αν αυτή η ιστορική αναγκαιότητα εκφραστεί ως μια επαναστατική συνείδηση-προοπτική για ριζική ανατροπή και αναδόμηση ενός νέου κοινωνικού συστήματος. Επομένως, μόνο μπροστά μπορούμε να πάμε για να ξεπεράσουμε το μπλοκάρισμα, την κατάρρευση ενός μοντέλου στρεβλής κοινωνικής οργάνωσης – ακόμα και για τα αστικά δεδομένα και πρότυπα. Και η κατάρρευση του κρατικού μηχανισμού, του λεγόμενου δημοσίου, είναι μια ευνοϊκότατη ευκαιρία για τις επαναστατικές δυνάμεις: να καλύψουν το κενό που αφήνει η εξουσία με το επαναστατικό αντι-κρατικό πρόταγμα και προοπτική για τον ελευθεριακό σοσιαλισμό.
Για τον ίδιο λόγο δεν έχουν και νόημα οι παραδοσιακές απεργίες και κινητοποιήσεις, τα κλασικά κεκτημένα και διεκδικήσεις, ο παρωχημένος λόγος της αριστεράς. Όλα αυτά το πολύ-πολύ να οδηγήσουν τον κόσμο στην αγκαλιά του Σαμαρά που εμφανίζεται ως Βοναπάρτης, δηλαδή αταλάντευτος και δυναμικός μεταρρυθμιστής, που οδηγεί την κοινωνία στην πρόοδο. Ή, ακόμα χειρότερα, στα νύχια των νεοναζιστών και στον σχεδόν χωρίς επιστροφή δρόμο προς τον σκοταδισμό-ολοκληρωτισμό. Τα συνδικάτα και οι εργατοπατέρες (η παρωχημένη αριστερά) αν ήταν έστω και λίγο προοδευτικά και δημοκρατικά, αν επιδίωκαν το κοινωνικό καλό αντί να είναι καθαρά συντεχνιακά (σαν κλειστές συγγενικές ομάδες που προτιμούν να υποκρίνονται και να κρύβουν κάτω από το χαλί τα κακώς κείμενα και τα λάθη των μελών τους για να μη διαταραχθεί η κανονικότητα και το κύρος-εξουσία τους), θα απαιτούσαν αγωνιστικά απέναντι στις απολύσεις όχι επαναπρόσληψη στο δημόσιο, αλλά επενδύσεις και προσλήψεις σε (παλιούς και νέους) παραγωγικούς τομείς, ανθρώπινες συνθήκες δουλειάς, αξιοπρέπεια και ίσα δικαιώματα για όλους τους εργαζόμενους χωρίς διακρίσεις. Έτσι ώστε να αποκτήσει μια υγιή παραγωγική βάση η οικονομία και να μην είναι η κοινωνία πλήρως εξαρτημένη, και άρα υποχείριο στους όποιους δανειστές και οικονομικά συμφέροντα.
Συμπέρασμα: η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και της δήθεν δημοκρατίας του, καθώς επίσης η κατάρρευση τομέων του κράτους, ανοίγει λαμπρό μέλλον και πεδίο για να κυοφορηθεί και να προκύψει το επαναστατικό πρόταγμα για τον ελευθεριακό (χωρίς εξουσία-ιεραρχία-καταπίεση-κυριαρχία) σοσιαλισμό, δηλαδή τον μόνο γνήσιο σοσιαλισμό. Άρα, η άλλη, η συνολική-επαναστατική λύση προς τα εμπρός πρέπει να προωθηθεί από την κοινωνία και τα ριζοσπαστικά-αντιεξουσιαστικά κομμάτια της. Είναι η μόνη διέξοδος από την καπιταλιστική-εξουσιαστική βαρβαρότητα και τον σκοταδισμό-ολοκληρωτισμό.  
25/6/2013
Δημήτρης Φασόλης


Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013

Από την αντίσταση-διαμαρτυρία στην εξέγερση-επανάσταση



Όλη αυτή η αυταρχική πολιτική της κυβέρνησης και του Μνημονίου, η καταστολή, οι μαζικές απολύσεις, το πετσόκομμα των μισθών, η νέα στρατηγική του κεφαλαίου για να ξεπεράσει την κρίση του, σίγουρα χρειάζεται μια δυναμική και μαζική ανατρεπτική απάντηση, όχι απλά αντίσταση. Το ζήτημα δεν είναι τόσο ότι γίνονται απολύσεις στο δημόσιο (γιατί κανείς δεν κόπτεται για τις συνθήκες ζούγκλας στην αγορά εργασίας και τις μαζικές απολύσεις;) ούτε γιατί κλείνει ένα κρατικοδίαιτο κανάλι με εργαζόμενους που ανήκουν στην εργατική αριστοκρατία (τόσο με υλικούς όρους, δηλαδή υψηλούς μισθούς, τουλάχιστον μέχρι πριν την κρίση, όσο ιδεολογικούς και εξουσίας-κύρους). Οι μέχρι πρότινος βολεμένοι δημοσιογράφοι-παπαγαλάκια και τα υπόλοιπα στελέχη που αναπαράγουν την κυρίαρχη ιδεολογία δεν έκαναν αγώνες και κινητοποιήσεις για τους ταξικούς αδελφούς τους στα σκλαβοπάζαρα του ιδιωτικού τομέα. Αυτός είναι εξάλλου και ο ρόλος της εργατικής αριστοκρατίας: η εκτόνωση των ταξικών αντιθέσεων και της ταξικής πάλης. Ιδιαίτερα οι δημόσιοι υπάλληλοι.
Το ουσιαστικό ζήτημα, λοιπόν, είναι η καταδικαστέα και ανάλγητη συμπεριφορά της εξουσίας, η αλαζονεία και η βία, οι αποφάσεις σοκ που δεν σέβονται τον παράγοντα άνθρωπο, τον εργαζόμενο ως πρόσωπο (και όχι ως αριθμό ή πράγμα), την αξιοπρέπεια της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο τρόπος που ανακοινώθηκε το κλείσιμο της κρατικής ραδιοτηλεόρασης και οι συνακόλουθες χιλιάδες απολύσεις, είναι απαξιωτικός για τους πολίτες, τις αξίες της δημοκρατίας και της ελευθερίας, είναι αυταρχικός-ολοκληρωτικός. Είναι καθαρό δείγμα του καλυμμένου ολοκληρωτισμού με κοινοβούλιο που έχει επιβληθεί στα σύγχρονα αστικά-καπιταλιστικά κράτη. Άλλωστε, ο συμβολισμός δεν είναι καθόλου τυχαίος: το «μαύρο», το ξαφνικό κόψιμο του σήματος και η διακοπή κάθε εκπομπής παραπέμπουν κατευθείαν σε δικτατορικές πρακτικές, ακόμα και από το πρόσφατο παρελθόν της χώρας. Άραγε, θα γίνει αυτή η αλαζονική στάση της εξουσίας και η επιδείνωση-σοκ της θέσης των εργαζομένων, ακόμη και των πρώην βολεμένων, ευκαιρία και καταλύτης για την εξίσου ραγδαία και απότομη αύξηση-αναβάθμιση της ταξικής συνείδησης; Θα προκύψει ακαριαία η επαναστατική συνείδηση; Ας μην ξεχνάμε ότι οι γείτονές μας που αντιστέκονται στον αυταρχισμό του τουρκικού καθεστώτος, όπως και οι κοινωνικές αναταραχές σε πολλά σημεία του πλανήτη, έχουν ήδη δείξει τον δρόμο σε εμάς, στους ντόπιους και μετανάστες εργαζόμενους και καταπιεσμένους.
Είναι ελάχιστη η απόσταση για να φτάσουμε σε μια μαζική συνειδητοποίηση των ανθρώπων και της κοινωνίας που με διαύγεια και σιγουριά-δύναμη θα προτάξει το όραμα-πρόταγμα για κατάργηση του κράτους και της εξουσίας και το πέρασμα σε μια πραγματική, βαθιά, ολόπλευρη, α-κρατική, μη εξουσιαστική, αυτοδιευθυνόμενη, Αυτονομία-Δημοκρατία, για έναν ελευθεριακό-αναρχικό κομμουνισμό. Είναι η μόνη λύση στα προβλήματα του κόσμου της εργασίας και της κρίσης-παρακμής του πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Αν οι εργαζόμενοι και οι απολυμένοι της ΕΡΤ κάνουν την αυτοκριτική τους και αν βάλουν μπροστά έστω ψήγματα αυτού του οράματος-προτάγματος, τότε πρέπει να λάβουν την αμέριστη συμπαράσταση και αλληλεγγύη από την κοινωνία, όπως φυσικά και από τα πιο προχωρημένα ριζοσπαστικά-επαναστατικά κομμάτια της. Να απαιτήσουν και να πράξουν την αυτοοργάνωση και αυτοδιοίκηση από τα κάτω, από τους ίδιους τους εργαζόμενους της ραδιοτηλεόρασης. Πραγματικά δημόσιας αυτή τη φορά, όπου θα εκφράζονται ελεύθερα όλες οι απόψεις, τα κινήματα και οι επαναστατικές συλλογικότητες και εγχειρήματα. Και όχι οι απόψεις των ειδικών και των επαγγελματιών της ενημέρωσης. Ήδη, οι χώροι των εγκαταστάσεων της ΕΡΤ σε πολλές περιοχές της χώρας τείνουν να γίνουν ένα εργαστήριο συζητήσεων, ιδεών, προτάσεων για το μέλλον και για την ζοφερή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι κοινωνίες λόγω της επίθεσης του κεφαλαίου-εξουσίας. Και αυτή ίσως είναι η πιο σημαντική εξέλιξη τώρα.
Αν δεν θέσουν άμεσα αυτά τα ζητήματα και τα προτάγματα, αν συμβιβαστούν σε μια κίνηση υποχώρησης από την κυβέρνηση, τότε είναι καταδικαστέοι και ανάξιοι της όποιας αλληλεγγύης. Αυτό που αναδεικνύεται δεν είναι παρά μονόδρομος: η ανεξαρτητοποίηση της ραδιοτηλεόρασης και κάθε κρατικού οργανισμού, φορέα και θεσμού από το κράτος και η αυτοδιαχείριση προς όφελος όλων, με βάση τις ανάγκες και τις προσδοκίες της των ανθρώπων, των εργαζόμενων που υπόκεινται στην εκμετάλλευση και την καταπίεση της εξουσίας και του κεφαλαίου. Και να κηρυχτεί περίτρανα και με στεντόρεια φωνή η πανανθρώπινη αλληλεγγύη, η ισότητα, η δικαιοσύνη και η ελευθερία για όλους, ανεξάρτητα από χρώμα, φυλή, φύλο, θρησκεία, καταγωγή. Αυτό είναι ένα καθήκον που μπορούν να το επιτελέσουν πολύ καλύτερα πνευματικοί και μορφωμένοι άνθρωποι (ανάμεσά τους και δημοσιογράφοι) και γι’ αυτό με πιο ανοικτά μυαλά: δηλαδή η αποκήρυξη του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και του εκφασισμού της κοινωνίας και η διακήρυξη της πανανθρώπινης αλληλεγγύης μεταξύ των φτωχών και καταπιεσμένων – των προλετάριων όλου του κόσμου. Η οικουμενική κοινωνία αγάπης και ελευθερίας, του πανανθρώπινου, οικουμενικού (συμπαντικού) πνεύματος. Τα παραπάνω ισχύουν γενικά για τους εργαζόμενους στον δημόσιο (αλλά και στον ιδιωτικό) τομέα.
Το μήνυμα-πρόταγμα και η επαναστατική απαίτηση-πράξη-πυγμή θα πρέπει να είναι άμεση επαναπρόσληψη όλων, ντόπιων και μεταναστών, σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, ανεξάρτητα από κράτος και εξουσία, αμεσοδημοκρατικά και σοσιαλιστικά. Όχι πρόσληψη σε παρασιτικούς τομείς (υπηρεσίες, θέαμα, κατανάλωση κλπ) αλλά επανάκαμψη και απόδοση της αξίας της στην χειρονακτική εργασία και αναδιάρθρωση της παραγωγής με βάση της ανάγκες της κοινωνίας και των ανθρώπων. Μέσα από ένα δημοκρατικό και ισότιμο οικονομικό μοντέλο όπου όλοι θα συμμετέχουν με βάση τις δυνατότητές τους στην παραγωγή. Και όλοι θα απολαμβάνουν τα συλλογικά αγαθά, χωρίς διακρίσεις, μέσα από ένα ορθολογικό αξιακό σύστημα για το τι χρειαζόμαστε πραγματικά, για το τι είναι αγαθό (και όχι εμπόρευμα). Απαραίτητη προϋπόθεση για ένα δημοκρατικό-κομμουνιστικό σύστημα, για την πραγματική οικονομία, είναι να γίνεται ορθολογική οργάνωση και διαχείριση της κοινωνικά αναγκαίας εργασίας και της παραγωγής, ώστε να υπάρχει επαρκές πλεόνασμα για τις νέες γενιές και για περιπτώσεις έκτατης ανάγκης, φυσικών καταστροφών κλπ. Αυτό δεν είναι πλέον μια ουτοπία αλλά η μόνη ρεαλιστική διέξοδος από την κατάπτωση της ύπαρξης.
Αυτή η επαναστατική ιστορική κίνηση της εποχής μας και η εκθετική αύξηση της συλλογικής συνείδησης, θα έχει καταλυτικές επιδράσεις σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, στους κομματικούς μηχανισμούς, σε ακαδημαϊκούς και άλλους φορείς εξουσίας. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να περιμένουμε ριζικές αλλαγές στάσης και νοοτροπίας από μεγάλα κοινωνικά κομμάτια ή μεμονωμένα άτομα και προσωπικότητες (πρόσωπα). Αυτό που πρέπει να προσεχτεί είναι το αν οι νέες συμπεριφορές ή ριζοσπαστικές πρακτικές είναι γνήσιες ή όχι (σε πολλές περιπτώσεις θα είναι αυθόρμητες και γνήσιες, αφού θα υπερβαίνουν τα επιμέρους υποκείμενα και θα είναι κατά βάση ασυνείδητες διαδικασίες που στη συνέχεια μπορεί να «μεταφράζονται»-νοηματοδοτούνται ως συνειδητές πολιτικές πράξεις και δράσεις).
Η μόνη ολική λύση-προοπτική είναι να συνειδητοποιήσουν οι εργαζόμενοι, οι καταπιεσμένοι, ότι έχουν τη δύναμη και την ικανότητα να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους. Να αποκτήσουν την αυτοπεποίθηση που έχουν χάσει μετά από τόσα χρόνια υποταγής και καταπίεσης στις ιεραρχικές-εξουσιαστικές σχέσεις και θεσμούς του ταξικού πολιτισμού. Να πιστέψουν στον εαυτό τους και στο ότι μπορούν να αυτοδιατεθούν, να αυτοοργανωθούν και να αυτοδιαχειριστούν τη ζωή τους, την οικονομία, την παραγωγή, την πολιτική πρακτική, τις κοινές υποθέσεις συλλογικά, ισότιμα και αμεσοδημοκρατικά με τους συνανθρώπους τους. Αυτό θα σημάνει και την εγκαθίδρυση της κοινωνικής συνείδησης που ταυτίζεται τελικά με την α-κρατική κοινωνική οργάνωση και τον μη εξουσιαστικό-μη ιεραρχικό πολιτισμό. 
Υ.Γ. 1: Οι ντόπιοι ρατσιστές τάσσονται υπέρ του κλεισίματος της ΕΡΤ και μιλούν για «κρατικοδίαιτους και κομματόσκυλα», όχι όμως γιατί είναι κατά των κρατικών ΜΜΕ ή των κομματικών στελεχών, αφού αυτοί είναι κατεξοχήν κρατικιστικό-χουντικό μόρφωμα και υπέρ του απόλυτου αυταρχικού ελέγχου της πληροφορίας-ενημέρωσης. Οπότε αν ήταν εξουσία θα είχαν το δικό τους κρατικοδίαιτο κανάλι με τα κομματόσκυλά τους. Αυτό που τους έχει κάνει να σκυλιάσουν είναι ότι τους απαξιώνουν (τους βρίζουν και τους συκοφαντούν ως ναζιστές και αντιδημοκράτες, όπως λένε). Και παράλληλα προσπαθούν να καλοπιάσουν τους ψηφοφόρους τους που έχουν αγανακτήσει με τη σαπίλα του δημοσίου. Ξεχνούν όμως να πουν ότι αυτό που υπάρχει δεν είναι δημόσιο αλλά κρατικός μηχανισμός που απομυζά και πνίγει την κοινωνία και τον γνήσιο δημόσιο χώρο (γνήσιος δημόσιος χώρος = άμεση επικοινωνία-έκφραση όλων ισότιμα, άμεση δημοκρατία, μη ιεραρχία, ελευθερία, αυτονομία = η ίδια η κοινωνία ορίζει τους νόμους που την εκφράζουν).
Υ. Γ. 2: Και ένας άλλος λόγος για τον οποίο φαίνεται να κλείνει η ΕΡΤ, και ο οποίος δεν είναι στενά οικονομίστικος: τους τελευταίους μήνες, με καταλύτη την οικονομική κρίση, άρχισε να ξεφεύγει το πρόγραμμα και οι ενημερωτικές εκπομπές από τις κυβερνητικές επιλογές, ασκώντας κριτική τόσο στην κυρίαρχη πολιτική όσο και στον τομέα του πολιτισμού-κυρίαρχης ιδεολογίας: σοβαρές ενημερωτικές εκπομπές που διευρύνουν τον πνευματικό ορίζοντα σε ένα πλήθος θεμάτων, ποιοτικές επιστημονικές σειρές και ντοκιμαντέρ που προάγουν την πολυπολιτισμικότητα, ταινίες και σειρές που ασκούν ριζική κριτική στο κατεστημένο, σημαντικές προσωπικότητες, καλλιτέχνες, διανοούμενοι και επιστήμονες από τον ελλαδικό και διεθνή χώρο. Όλα αυτά δημιουργούσαν ένα κλίμα αμφισβήτησης και κοινωνικής αλληλεγγύης πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα της ραδιοτηλεόρασης, συγκριτικά και με τη μούχλα και το άκρατο αποχαυνωτικό θέαμα των ιδιωτικών καναλιών. Και αυτό, εν πολλοίς, χάρη στο ξεβόλεμα που επέφεραν οι ρευστές συνθήκες κρίσης που όλοι βιώνουμε. Και ένας ακόμη λόγος ίσως συνέβαλε στο κλείσιμο: η πολύ σημαντική συμβολική κίνηση για άνοιγμα του τεράστιου και πολυτιμότατου αρχείο της ΕΡΤ στον κόσμο, στο ευρύ κοινό, μέσω του διαδικτύου. Το σπάνιο και πολύ ενδιαφέρον υλικό των αρχείων έχει πτυχές της ιστορίας και του ντόπιου και διεθνούς πνευματικού πλούτου, οι οποίες ενοχλούν κάθε εξουσία. Και ένα τέτοιο όπλο αφύπνισης και συλλογικής ιστορικής συνείδησης της ανθρωπότητας είναι πολύ επικίνδυνο στα χέρια των ανθρώπων και ιδιαίτερα των νέων που έχουν ευκολότερη πρόσβαση στο διαδίκτυο.  Επομένως η κίνηση της κυβέρνησης και του Σαμαρά δείχνει ότι έχει αρχίσει να χάνει την ψυχραιμία του, γιατί δεν του βγαίνει η συνταγή, γι’ αυτό γίνεται πιο σκληρός και αυταρχικός. Όπως συμβαίνει τώρα και στην Τουρκία, η εξουσία γίνεται ολοένα αυταρχικότερη γιατί φοβάται τη ριζική και μαζική αμφισβήτησή της από τον κόσμο. Και μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία είναι πολύ κοντά μας…
13/6/2013
Δημήτρης Φασόλης

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

Η μάτσο αισθητική και η ύπουλη φασίζουσα προπαγάνδα



Είναι ίδιον χαρακτηριστικό μιας ιδιαίτερα ανδροκρατικής (ταξικής-εξουσιαστικής) κοινωνίας, όπως η ελληνική, η απαξίωση, ο φόβος και η καχυποψία απέναντι σε θαρραλέες γυναικείες φωνές σε κοινωνικά και πολιτική θέματα. Θαρραλέες γιατί πάνε κόντρα όχι μόνο σε κυρίαρχες-καθεστωτικές ιδεολογίες και εθνοκεντρικές, έως εθνικιστικές, αφηγήσεις-μύθους για την ιστορία∙ αλλά και γιατί αντιστέκονται και ξεσηκώνονται απέναντι στα έμφυλα εξουσιαστικά στερεότυπα του ανδρισμού-φαλλοκρατίας, που θέλει  τη γυναίκα να αναπαράγει την κυρίαρχη αντίληψη περί ανωτερότητας του άνδρα. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, η θέση της γυναίκας είναι κατώτερη και παθητική σε σχέση με τον άντρα, κάτι που συνεπάγεται τον υποτακτικό ρόλο της μητέρας-αναπαραγωγικής μηχανής και της νοικοκυράς. Οι γυναίκες που ξεφεύγουν από αυτόν τον υποδεέστερο και παθητικό ρόλο, θεωρούνται επικίνδυνες από τον πατριαρχικό πολιτισμό και τους φορείς του, τους άντρες (αλλά και τις γυναίκες που έχουν ενσωματώσει τις κυρίαρχες αναπαραστάσεις περί φύλου: ανδρισμού-θηλυκότητας). 

Τόσο στο πρόσφατο παρελθόν όσο και σήμερα, γνωστοί «άνδρες» τηλεδημοσιογράφοι-τελεκανίβαλοι και άλλα ασπόνδυλα-όψιμοι πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής, από τη θέση εξουσίας που τους παρέχει το αποχαυνωτικό μέσο, στάζουν ακατάπαυστα δηλητήριο για τη γνωστή γυναίκα επιστήμονα-ιστορικό αλλά και ενεργό πολιτικό άτομο και δυναμική (με πραγματικό τσαμπουκά)  προσωπικότητα. Ο λόγος, φυσικά, για τη Μαρία Ρεπούση και τις αλλεπάλληλες επιθέσεις που δέχεται απο γνωστούς νεοναζί και επώνυμους τηλεδημοσιογράφους που τους διαφημίζουν συστηματικά.  Επειδή οι ιστορικές (και κατ’ επέκταση, πολιτικές) θέσεις της ενοχλούν και απειλούν τη μούχλα του λαϊκισμού-εθνικισμού-φαλλοκρατισμού, ενώ οι ίδιοι δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν με επιχειρήματα και ιστορικά ντοκουμέντα, έχουν λυσσάξει και επιτίθενται με τον μόνο τρόπο που ξέρουν καλά: συκοφαντούν, προσβάλλουν την ειλικρίνεια αλλά και τα κίνητρά της, αμφισβητούν την προσωπικότητα και ακεραιότητα του ατόμου, λασπολογούν ασύστολα. Και το κάνουν αυτό με έναν γλοιώδη και σιχαμερό τρόπο, ύπουλα και έμμεσα, με υπονοούμενα και δήθεν μαρτυρίες, με έξαλλους συναισθηματισμούς, με γκριμάτσες και χειρονομίες που ικανοποιούν τη μικρόψυχη, οργισμένη και μισαλλόδοξη διάθεση και συνείδηση του κοινού (και φυσικά τη δική τους).

Το ανδρικό μοριακό «σύμπλεγμα» είναι τόσο κατωτερικό, που μόνο να καμουφλαριστεί μπορεί πίσω από τη μάτσο συμπεριφορά και την ύπουλη, επίθεση με πισώπλατα χτυπήματα στον θηλυκό κίνδυνο και στην όποια αμφισβήτηση της φαλλοκρατικής εξουσίας-καταπίεσης. Αντίθετα, η γυναικεία συνείδηση (ανθρωπολογικός τύπος), έχει εγγεγραμμένη στο είναι της την αντίθεση στην εξουσία-καταπίεση και την εκμετάλλευση και είναι εν δυνάμει επαναστατική. Τώρα που περνάμε σε μια νέα παγκόσμια ιστορική συνθήκη, σε έναν νέο αντιεξουσιατικό-πανανθρώπινο πολιτισμό, αυτά είναι τα τελευταία σκιρτήματα της ιδεολογίας του ανδρισμού που χάνει πλέον την εξουσία του και εξαφανίζεται σταδιακά από τον ανθρωπολογικό χάρτη, όχι μόνο στη δυτική εκδοχή του. Ωστόσο σε αυτήν την επιθανάτια σπασμωδική κίνησή του μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνος… 

7/6/2013

Δημήτρης Φασόλης

Τρίτη 4 Ιουνίου 2013

Οι αντιφάσεις του ανατρεπτικού χώρου και η επικράτηση της φασιστικής ρητορικής



Πώς έγινε και ενώ το ανατρετικό κίνημα και το γενικότερο εξεγερτικό-ελεύθερο πνεύμα είχαν, μέχρι πρόσφατα, μια σοβαρή απήχηση στη νεολαία και σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, αυτή η κατάσταση τείνει να αντιστραφεί, ενώ απέκτησε αίγλη η χ α; Ευθύνεται καθόλου το ίδιο το κίνημα και ο «α α χώρος» και αν ναι, πώς; Η συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας οφείλεται τόσο σε ευρύτερους πολιτισμικούς και ιδεολογικούς παράγοντες (οικογενειοκρατία, κλειστή και κατατμημένη κοινωνία, παρωχημένη, εξουσιαστική και εθνοκεντρική εκπαίδευση, απομυθοποίηση-υποχώρηση διεθνώς της κομμουνιστικής ιδέας και παρακμή της αριστεράς κ.ά.) όσο και σε αντιφάσεις και αδυναμίες του ίδιου του ανατρεπτικού κινήματος. Μια τέτοια αντίφαση, δυσλειτουργική για το κίνημα, θα αναλύσω εδώ.      

Από τη μια μεριά, η χ α έχει χτίσει ένα κοινωνικό προφίλ μέσα από συνδυασμό ακτιβισμού και προσωποποιημένης-επώνυμης παρουσίας. Παράλληλα χρησιμοποιεί προς όφελός της διάφορες τεχνικές επικοινωνίας και πρακτικές που γίνονται πρώτο θέμα στα ΜΜΕ. Βέβαια εδώ παίζει σημαντικό ρόλο το ότι κινείται στα όρια της νομιμότητας. Όλα αυτά τα στοιχεία την κάνουν γοητευτική για τους νέους. Επίσης, και αυτό σημαντικό, συνδυάζει μαζί τον ριζοσπαστισμό με την κοινή λογική και στοιχεία της κυρίαρχης ιδεολογίας (λατρεία του έθνους, της θρησκείας, της οικογένειας, της πατρίδας, του αρχηγού, του ηρωισμού, του μάτσο τσαμπουκά κλπ.), γεγονός που της δίνει μπόνους και κύρος σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και ηλικίες.

Από την άλλη, ενώ ο ανατρεπτικός χώρος υποστηρίζει την κοινωνική δράση και παρέμβαση, εντούτοις διατηρεί αδιαπραγμάτευτη απόσταση από το επικοινωνιακό «παιχνίδι» (παιχνίδι, με την έννοια ότι υπάρχουν ευκαιρίες για παρέμβαση και ρήγματα, που μπορείς κατάλληλα να τα χρησιμοποιήσεις για τους στόχους σου) και τους κώδικες και πρακτικές επικοινωνίας που επικρατούν στην πολιτική και γενικότερα στη δημόσια σφαίρα(εδώ εντάσσονται η πλήρης άρνηση στα αστικά ΜΜΕ και η εμμονή στην ανωνυμία). Αυτό το κάνει γιατί θεωρεί ότι η συγκεκριμένη στάση του συνάδει με την ιδεολογία του και δεν τον αλλοτριώνει από τον επαναστατικό χαρακτήρα-προσανατολισμό του. Σίγουρα είναι θεμιτό να θέτεις τους δικούς σου όρους, αρχές (και φυσικά, εναλλακτικά μέσα αντιπληροφόρησης) στην επικοινωνία-προπαγάνδα και στην παρέμβαση στον δημόσιο χώρο. Παρόλα αυτά, για συγκεκριμένους λόγους-στόχους, δεν είναι αρνητικό ούτε αντεπαναστατικό να παρεμβαίνεις στη δημόσια σφαίρα με όρους επικοινωνιακούς (επομένως, χρειάζεται εξοικείωση με την επιστήμη της επικοινωνίας).    

Όμως πιο σημαντικός παράγοντας, είναι ο «κλειστός» λόγος που αρθρώνεται στις διάφορες μορφές παρέμβασης-προπαγάνδας στη δημόσια σφαίρα (όπως πορείες, αφίσες, προκηρύξεις, περιοδικά κλπ.). Δηλαδή ο δημόσιος λόγος, προφορικός ή έντυπος, χρησιμοποιεί έναν γλωσσικό κώδικα αυτοαναφορικότητας: μιλάει για πράγματα και ιδέες, αρνείται τους θεσμούς και το αστικό-καπιταλιστικό σύστημα ριζικά, καταγγέλλει εμφατικά, αλλά με τέτοιον τρόπο που θεωρείται αυτονόητη η  κριτική του, γεγονός που την αποδυναμώνει ως τέτοια. Π.χ. η οικογένεια ή το κράτος είναι καταδικαστέα και εξοβελιστέα γιατί είναι ιεραρχικά και εξουσιάζουν-καταπιέζουν, αλλά δεν υπάρχει ανάλυση για τον «μέσο» άνθρωπο που δεν θεωρεί αυτονόητη αυτή την αρνητικότητα της εξουσίας και της ιεραρχίας ή δεν συνειδητοποιεί τις αρνητικές επιπτώσεις που αυτές έχουν σε υπαρξιακό-ψυχολογικό, κοινωνικό-οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο.

Τα παραπάνω δεν υπονοούν φυσικά την ενσωμάτωση στην κυρίαρχη ιδεολογία και αναπαραστάσεις, τον κομφορμισμό, τη γραφικοποίηση. Ωστόσο, πρέπει να αναρωτηθούμε αν οι παραπάνω συμπεριφορές υποκρύπτουν μια κατάσταση (εν πολλοίς, ασυνείδητη) θεωρητικού-και πρακτικού «στεγνώματος» του επαναστατικού «χώρου». Αν κάτι τέτοιο ισχύει, τότε αυτό εισπράττεται τόσο από την κοινωνία όσο και, ασυνείδητα κατά βάση, από τον ίδιο τον ανατρεπτικό «χώρο», γεγονός που ανατροφοδοτεί αρνητικά το φαντασιακό και τις πράξεις του. Κατά συνέπεια, τον καθιστά ευάλωτο στην απροσωποποίησή του. Γίνεται μια απρόσωπη, «θολή» παρουσία-απουσία και όχι γνήσια, δυναμική, προσωπική παρουσία που εγγράφεται ως συνείδηση-πρόθεση στον κοινωνικό χώρο, κάτι που αντίθετα φαίνεται να πετυχαίνει η χ α. Αυτή η ιδιότυπη αυτό-περιχαράκωση γίνεται σταδιακά, χωρίς να συνειδητοποιείται, φτάνοντας «ξαφνικά» να αναρωτιέσαι πώς έγινε αυτό. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η κοινωνία θέλει δημόσια πρόσωπα να εμπιστευτεί και να τα ελέγξει (να ξέρει την ιστορία τους και το ποιόν τους: «τι κουμάσι είσαι», κοινώς). Γι’ αυτό ο πραγματικός επαναστάτης πρέπει να είναι «πρίγκιπας», να κινείται άνετα και στο «πεζοδρόμιο» και στα «σαλόνια». Να επιλέγει αυτός, από θέση «ισχύος» και αυτοπεποίθησης-σιγουριάς, πότε θα είναι στο ένα ή τον άλλο πλαίσιο και για ποιο σκοπό, χωρίς να φοβάται τις αντιφάσεις. Και χωρίς βέβαια έκπτωση στον λόγο του, στο είναι του, διαφορετικά καλύτερα να σιωπά και να περιμένει την κατάλληλη στιγμή.

Εν κατακλείδι, το κύριο ζήτημα δεν είναι η ίδια η «αντι-ΜΜΕ» στάση ή η «περιχαράκωση» (όταν είναι πραγματικά συνειδητή επιλογή, με συγκεκριμένα κριτήρια και στόχους), αλλά οι ιδεολογικοί (στερεότυπα, αυτονόητα), κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες που συγκροτούν τη σκέψη, τη νοοτροπία, τον λόγο («ιδιωματικό» αυτοαναφορικό)  και τη δράση του ανατρεπτικού χώρου – όπως και κάθε άλλης ομάδας ή κινήματος, κοινωνικής κατηγορίας ή τάξης. Αυτοί θα πρέπει να αναλυθούν και να ξεπεραστούν. Έτσι, στο σήμερα, που η δημόσια σφαίρα και το θέαμα κυριαρχούνται από τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό και τον ρατσισμό-φασισμό αλλά και τα οικογενειακά και καταναλωτικά είδωλα-πρότυπα, ίσως δεν έχει μεγάλη σημασία η γενική απεύθυνση (σε μια αλλοτριωμένη μάζα). Χωρίς ωστόσο να αποκλείεται εντελώς, για τακτικούς ή και στρατηγικούς στόχους. Πολύ μεγαλύτερη-καθοριστική σημασία, και άρα προτεραιότητα, έχει η στάση-δράση και η θεωρία-λόγος να συντονίζονται-ταυτίζονται, ως παράδειγμα που φωτίζει τον δρόμο για την ανατροπή και την ελεύθερη-αταξική κοινωνία. Μόνο όταν έχεις κάτι γνήσιο να πεις και να πράξεις έχει νόημα η δημόσια παρέμβαση. Αυτό, θα έχει το αντίκτυπο που του πρέπει στη δημόσια σφαίρα και στην κοινωνία – κάτι που απέχει ποιοτικά από το να «πείσεις τον κόσμο».  

Και δυο σχόλια για την πρόσφατη πολιτική επικαιρότητα:

Οι εγχώριοι ναζί πιστεύουν (ονειρεύονται) ότι «το μέλλον ανήκει στον εθνικισμό», γι’ αυτό προσπαθούν να σβήσουν-αλλοιώσουν την ιστορική μνήμη και άρα να κοιμίσουν τη συλλογική συνείδηση. Επίσης κάνουν το μαύρο άσπρο με άπειρα ψέματα (αντιγράφοντας τις αποτελεσματικές και «επιστημονικές» μεθόδους του Γκέμπελς – το δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», παραχάραξη της ιστορίας και απόκρυψη των πραγματικών θέσεών τους) για τη δράση και την ιδεολογία τους, όπως έκαναν οι γερμανοί ναζί μέχρι να πάρουν την εξουσία και να δείξουν το πραγματικό πρόσωπό τους. Όμως με τις πράξεις τους βοηθούν παράλληλα να αφυπνιστεί αυτή η συλλογική ιστορική συνείδηση. Επομένως, ένα καθήκον των επαναστατών είναι η ανάδειξη στο προσκήνιο αυτής της ιστορικής μνήμης. Η διαρκής έρευνα για ντοκουμέντα, μαρτυρίες, ιστορικά γεγονότα αναλύσεις για τις ειδεχθείς και απάνθρωπες πράξεις των φασιστών-ναζί, αλλά και για τους παράγοντες και τις συνθήκες της ταπεινωτικής ήττας τους. Και οι αδιάκοπες «κρούσεις» της δημόσιας σφαίρας με φωτεινές δέσμες ιστορικής μνήμης της ανθρωπότητας, ενάντια στον σκοταδισμό και τη σαπίλα του πιο μαύρου ολοκληρωτισμού.

Όσον αφορά δε στο θέμα της οπλοφορίας βουλευτών, η τακτική απάντηση της χ α είναι ενδεικτική των παραπάνω μεθόδων που χρησιμοποιούν. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα είναι η θεμελιώδης πολιτική αρχή (τακτικής) των ναζιστών-φασιστών, ιστορικά. Έτσι αποκρύβουν τις ιδεολογικές αρχές και τους πολιτικούς στόχους τους, για να μην αποκαλύψουν το πραγματικό πρόσωπό τους πριν κρίνουν ότι οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για αυτούς. Ώστε να μην φοβίσουν ή απομακρύνουν τον κόσμο από την επιρροή τους. Διαβεβαιώνουν έτσι επανειλημμένως ότι σέβονται το σύνταγμα, ενώ δείχνουν με το δάκτυλο άλλα κόμματα (ΚΚΕ) που δεν έχουν πράξει αναλόγως. Φυσικά, δεν λένε ότι όταν έχουν αρκετή δύναμη, θα γράψουν στα παλιά τους τα παπούτσια το κοινοβούλιο και το σύνταγμα. Μια ακόμη τακτική τους, στο γενικότερο πλαίσιο αποδόμησης και συκοφάντησης του αστικο-δημοκρατικού συστήματος, είναι η άμεση αντεπίθεση και συσκότιση της πραγματικότητας όταν δέχονται πολιτική-ιδεολογική επίθεση: απέναντι στο όποιο πλήγμα-κόστος της κριτικής για την οπλοκατοχή, απαντούν άμεσα, λασπολογούν, απαιτώντας να γίνει στους βουλευτές τεστ αλκοόλ και ουσιών. Μάλιστα υποστηρίζουν ότι έχουν στοιχεία που…θα αποκαλύψουν, κάτι που έχουν ξανακάνει, αθετώντας ωστόσο την εν λόγω δέσμευσή τους. Ψέματα, λοιπόν, ασύστολα ψέματα, με στόχο την κυριαρχία τους στο πολιτικό σκηνικό. Με αυτόν τον τρόπο αντιστρέφουν το εναντίον τους αρνητικό κλίμα  και το μετατρέπουν σε κόστος των πολιτικών τους αντιπάλων. Πάντως, η φαντασία φαίνεται πως λείπει από τους βουλευτές που καταγγέλλουν τη χ α, γι’ αυτό δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά από αυτούς: π.χ. θα μπορούσαν να αντιτείνουν να γίνεται παράλληλα και τεστ ντόπινγκ, ορμονών ή άλλων διεγερτικών ουσιών (π.χ. αδρεναλίνης), αφού η χρήση ή κατάχρησή τους επηρεάζει εξίσου την ευθυκρισία και την ψυχική υγεία του ατόμου, καθιστώντας το επικίνδυνο για τους γύρω του.     

4/6/2013

Δημήτρης Φασόλης