Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ
"Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ"
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Mandela - Free Spirit

Mandela - Free Spirit

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Μαντέλα και Μάρλεϋ: οι επαναστάτες του μυαλού και της καρδιάς




Το θλιβερό γεγονός του θανάτου ενός αγωνιστή-επαναστάτη όπως ο Μαντέλα, ήταν η αφορμή να δημοσιευτούν πολλά κείμενα για την προσωπικότητα, τον ρόλο και την ιστορία του. Ανάλογα με την ιδεολογική τοποθέτηση του συντάκτη τους, προέκριναν διαφορετικές πτυχές στα παραπάνω ζητήματα. Άλλα εστίαζαν στη στράτευσή του στον ένοπλο αγώνα κατά του Απαρτχάιντ, άλλα στη φιλοσοφία και στάση ζωής που προέκρινε την ειρήνη, τη συμφιλίωση, την ενότητα και την αγάπη και άλλα στο ότι ο αγώνας για κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων είναι μερικός και, ως εκ τούτου, διαιωνίζει και εκσυγχρονίζει τελικά το καπιταλιστικό σύστημα. Και συνεπώς, καταλήγουν, ο Μαντέλα έπαιξε αυτόν τον ρόλο, τον εκσυγχρονισμό του συστήματος, στο βαθμό που συμβιβάστηκε με τα συμφέροντα μερίδας της αστικής τάξης.

Η ιδεολογική ωστόσο μονομέρεια, δεν βοηθά στη σφαιρική ανάγνωση-ερμηνεία ενός φαινομένου. Και ο Μαντέλα συνδύαζε όλα τα παραπάνω, γιατί η προσωπικότητα και η δράση του ήταν ένα ξεχωριστό φαινόμενο, ιστορικό δημιούργημα της εποχής του. Η στάση μας και η αποτίμησή μας απέναντι σε αυτό το φαινόμενο έχει να κάνει με το πώς βλέπουμε σήμερα την επανάσταση και τον κοινωνικό αγώνα για χειραφέτηση των ανθρώπων από εξουσιαστικά δεσμά και προκαταλήψεις-ιδεοληψίες. Επίσης, αν και κατά πόσο δεχόμαστε την εννοιολόγηση της επανάστασης-ανατροπής ως «εμφύλιο», ζήτημα που απασχολεί τελευταία. Και αυτό πρέπει να αποσαφηνιστεί άμεσα και με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο: δεν μπορεί, από επαναστατική σκοπιά, η κοινωνική ριζική αλλαγή και ο αγώνας για ανατροπή να σημασιοδοτούνται ως «εμφύλιος», ένας όρος που επινόησε η αστική τάξη για να συκοφαντήσει ηθικά την επανάσταση και τους επαναστάτες. Και πολλοί αριστεροί και επαναστάτες έπεσαν στην παγίδα της, εκθειάζοντας τον όρο ως κριτήριο επαναστατικής γνησιότητας!

Αντίθετα, είναι αναγκαίο το ξεκαθάρισμα ότι η επανάσταση είναι μια ιστορικά αναγκαία διαδικασία που προσδιορίζεται από την ταξική διαίρεση και πάλη και όχι από κατηγορίες εθνικότητας ή τοπικότητας. Εντούτοις, κυρίαρχο χαρακτηριστικό μιας γνήσιας επανάστασης είναι το ηθικό στοιχείο, η ηθική της ανωτερότητα που θα πρέπει να αναδυθεί εξ αρχής και εκ των προτέρων και να επικυρωθεί φυσικά από τους ανθρώπους, να «επιβληθεί» το κύρος της λόγω ακριβώς αυτής της ηθικής-αξιακής ανωτερότητάς της. Η επανάσταση πρωτίστως πρέπει να ενώνει και όχι να χωρίζει, να αλλάζει την ηθική στάση και συνείδηση του ατόμου και της κοινωνίας, με την πειθώ πρώτα απ’ όλα, και όχι να στηρίζεται στην άλογη, άμετρη και τρομακτική βία, πολύ περισσότερο ως αυτοσκοπό και ως μέτρο επαναστικότητας. Με έναν τρόπο, δηλαδή, η επανάσταση εμπεριέχει, ως πνεύμα και ως πράξη, το έμπρακτο μήνυμα της αγάπης, της ειρήνης και της αδελφοσύνης-ισότητας-αλληλεγγύης. Ενώ, ένας «εμφύλιος» θεοποιεί τη βία και το μίσος, την εκδίκηση και το εγωιστικό πάθος, τα άλογα πάθη και όχι τη γνήσια ανθρωπιά και την από καρδιάς θέληση για ενότητα των ανθρώπων.

Μια τέτοια επαναστατική νοοτροπία και συμπεριφορά είναι αναπόφευκτο να αποτύχει, είναι καταδικασμένη εν τη γενέσει της να εκφυλιστεί. Πώς θα αντέξει και πώς θα διαχειριστεί μια μετεπαναστατική κοινωνία τέτοια ψυχολογικά και υπαρξιακά τραύματα από μια απάνθρωπη βία και εκδικητικότητα; Μπορεί να τα ξεπεράσει ή θα κατρακυλήσει στα ενστικτώδη ανακλαστικά και στα πιο χυδαία αισθήματα, στον αλληλοσπαραγμό;

Μα εδώ πρόκειται για την αποθέωση της εξουσιαστικής νοοτροπίας και βίας. Η μαζική ψυχολογία του μίσους, του φόβου, της εκδίκησης ενάντια σε όποιον διαφωνούμε, στον διαφορετικό, είναι αποτέλεσμα της βαθιάς πολιτισμικής κρίσης, οδηγεί κατευθείαν στον φασισμό και δυστυχώς επηρεάζει σχεδόν όλους, ακόμα και τους καλοπροαίρετους, και αυτούς που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο. Τείνει να επικρατήσει η «λογική» ή μαζί μας ή θα σε φάμε, όποιος διαφωνεί μαζί μου είναι ύποπτος, επικίνδυνος και οπωσδήποτε εχθρός μας. Ορατός και μεγάλος κίνδυνος, προσοχή, πρέπει άμεσα να αποφύγουμε αυτήν την εξουσιαστική παγίδα, να μην πέσουμε στην άβυσσο. Τότε, κανείς δεν θα βγει νικητής, πέρα φυσικά από το ίδιο το σκοτάδι.

Κι εδώ έρχεται ως φωτεινό παράδειγμα η ιδιαίτερη προσωπικότητα του Μαντέλα. Παράδειγμα υπευθυνότητας, ωριμότητας, ευφυούς, συστηματικής και ορθολογικής στάθμισης των καταστάσεων και των συγκυριών, του τοπικού και διεθνούς περιβάλλοντος. Η ικανότητα και η ευφυΐα να αλλάζεις στάση όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, να είσαι ευέλικτος, να κάνεις τις απαραίτητες συμμαχίες, να χρησιμοποιείς διάλογο, πνεύμα ομοθυμίας και διπλωματία όταν χρειάζεται. Αυτός είναι ο γνήσιος επαναστάτης. Και πάνω απ’ όλα, όταν πια η ιστορική ανάγκη και διαδικασία-εξέλιξη (και λόγω της ξεχωριστής προσωπικότητας και δράσης σου) σε φέρνουν στο προσκήνιο, μπροστάρη των εξελίξεων, όταν «έχεις το πάνω χέρι», τότε ο επαναστάτης πρέπει να επιδείξει τη μεγαλύτερη υπευθυνότητα-ωριμότητα: να δείξει αγάπη και ειρήνη, να συγχωρέσει ακόμη και τους μέχρι πρότινος εχθρούς του, αφού πέτυχε τον σκοπό του και η κοινωνία μπήκε ενεργά στην ιστορική κίνηση και στο «παιχνίδι» της ριζικής αλλαγής-ανατροπής.

Γιατί πράγματι, ο κεντρικός σκοπός του κινήματος ήταν η κατάργηση των φυλετικών διαχωρισμών-ανισοτήτων, του ρατσιστικού καθεστώτος. Για να ανοίξει ο δρόμος για μια κοινωνία ισότητας και δικαιοσύνης. Στο βαθμό που όσο υπάρχουν άλλες, «δευτερεύουσες» και επιμέρους ιστορικές-κοινωνικές αγκυλώσεις και στρεβλώσεις, αποκρύβεται από την ανθρώπινη συνείδηση ο βασικός διαχωρισμός που είναι ο ταξικός. Έτσι, ακόμη και ένας «αστικός εκσυγχρονισμός» υπό την δυναμική ενός κινήματος που έχει ως πρόταγμά του τον σοσιαλισμό, μπορεί να ξεκαθαρίσει ιδεολογικά το τοπίο και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις και τις προοπτικές για μια αναβάθμιση της ταξικής συνείδησης. Και, ναι, η συμφιλίωση των ανθρώπων και ο κατευνασμός των παθών και των τραυμάτων από ένα παράλογο και άρρωστο κοινωνικό σύστημα ήταν ιστορικά αναγκαία, συνεπής και άρα επιβεβλημένη.

Καλώς ή κακώς, δεν μπορούν να γίνουν όλα μαζί, να κάνουν τόσο τεράστια άλματα οι κοινωνίες και οι άνθρωποι. Όχι βέβαια ότι αποκλείεται λογικά, αλλά είναι ελάχιστες οι πιθανότητες. Και πάνω απ’ όλα, οι πραγματικοί άνθρωποι, εκείνη την ιστορική περίοδο ήξεραν καλύτερα τι είναι καλό για αυτούς και τι ήθελαν πραγματικά. Είδαν μπροστά τους ένα καλύτερο και πιο φωτεινό μέλλον, την ελπίδα για απελευθέρωση, μετά από τόσο χρόνια σκλαβιάς. Εδώ λοιπόν έγκειται το μεγαλείο και ο ιδιαίτερος ρόλος μιας επίσης ιδιαίτερης προσωπικότητας ενός επαναστάτη. Η πρακτική-λαϊκή σοφία, η συναισθηματική νοημοσύνη, η ηθική, το ελεύθερο πνεύμα, η λογική και η θεωρία-κοινωνική γνώση (ο Μαντέλα μελέτησε τον Μαρξ, είχε ευρεία παιδεία, γνώστης της φιλοσοφίας – και της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και τραγωδίας). 





Κλείνοντας, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στον Μπομπ Μάρλεϋ. Μη δυτικός επαναστάτης και αυτός, με διαφορετική κουλτούρα, αξίες και φιλοσοφία από έναν δυτικό αστό επαναστάτη. Ευαίσθητος, καλλιτέχνης, με ελεύθερο πνεύμα και φιλοσοφική-ηθική στάση και αυτός, υπέρμαχος της επανάστασης και της κοινωνικής αλλαγής, αγωνιστής ενάντια στην αδικία και στην ανισότητα, ωστόσο παράλληλα ειρηνιστής και υπέρμαχος της αληθινής, παγκόσμιας αγάπης και ενότητας-αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων. Όταν η κοινωνική αναταραχή (φοβερή φτώχεια, ανισότητα και αστυνομική καταστολή, άγνωστη για τα δυτικά δεδομένα) στη Τζαμάικα είχε φτάσει σε τέτοια ένταση μίσους, εκδίκησης, παθών που οδηγούσαν σε ένα κοινωνικό αδιέξοδο και στον παράλογο εμφύλιο, χωρίς σχέδιο και στόχο, χωρίς όραμα, όπου κυριαρχούσε ο πόλεμος συμμοριών φτωχοδιάβολων σε ένα θέατρο βίας και λουτρού αίματος, που μάλιστα είχε πολιτικοποιηθεί-ιδεολογικοιποιηθεί και ελεγχθεί από τις αντιμαχόμενες πολιτικές παρατάξεις (αριστερούς και δεξιούς), τότε ο Μάρλεϋ έκανε την υπέρβαση. Μια πράξη ηθικής και πνευματικής ανωτερότητας: συνένωσε τους δύο πολιτικούς αντιπάλους και τον κόσμο από κάτω, που τελικά βαθιά μέσα του διψούσε για αγάπη και ειρήνη, γιατί πήρε αμέσως το μήνυμα και ακολούθησε με ζητωκραυγές ενθουσιασμού και χειροκροτήματα στη συναυλία συμφιλίωσης, ειρήνης και αγάπης που έγινε για τον σκοπό αυτό (One Love Peace Concert, 22/4/1978, στο Κίνγκστον της Τζαμάικα). Η εικόνα είναι γνωστή: Ο Μάρλεϋ, εν μέσω μουσικής και τραγουδιού, καλεί στη σκηνή τους δύο άσπονδούς εχθρούς, τους πιάνει τα χέρια, τα σηκώνει ψηλά και τέλος οι δύο άνδρες σφίγγουν τα χέρια.

Η Τζαμάικα από τότε δεν είναι ίδια, σίγουρα. Ίσως σε κάποιους που θέλουν θεαματικές αλλαγές (το θέαμα αρέσει και στους επαναστάτες) να μην βλέπουν κάποια αλλαγή. Ο Μάρλεϋ κατηγορήθηκε τόσο από τους δεξιούς όσο και από τους αριστερούς, λίγοι αρχικά κατάλαβαν το νόημα και τη σημασία της πράξης του. Το βαθύ παρακράτος μάλιστα προσπάθησε να τον εμποδίσει να κάνει αυτό που σχεδίαζε από χρόνια, οργανώνοντας απόπειρα δολοφονίας, μα απέτυχε τελικά.

Ο Μάρλεϋ γλύτωσε σαν από θαύμα, με ένα επιπόλαιο τραυματισμό, παρά τους απανωτούς πυροβολισμούς εναντίον του, το ίδιο και οι σύντροφοί του από το συγκρότημα των Γουέιλερς.

28/12/2013

Δημήτρης Φασόλης       


Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Από την κλειστότητα της μονοχρωμίας, στην ανοικτότητα της πολυχρωμίας

Οι άνθρωποι πάντα είχαν την ανάγκη να ανήκουν σε μια ομάδα, πρωταρχικά για να κατορθώσουν να επιβιώσουν σε ένα αντίξοο για την ανθρώπινη φυσιολογία και βιολογικό εξοπλισμό περιβάλλον. Ίσως τότε, σε αυτήν τη χαμένη στο χρόνο και στη μνήμη εποχή, να παραμέριζαν τις μεταξύ τους διαφορές, καθότι ως μέλη μιας ομάδας έπρεπε να κάνουν παραχωρήσεις και να συνυπάρξουν για να διαιωνιστούν ως είδος. Δεν έδιναν λοιπόν ιδιαίτερη σημασία στη διαφορετικότητα αλλά στην ομοιότητα, όχι σε αυτά που τους χώριζαν αλλά σε αυτά που τους ένωναν. Σε κάποια δεύτερη φάση της πορείας τους στη γη, θα πρέπει να έκαναν σταδιακά το διαχωρισμό ανάμεσα στην ομάδα τους και σε ανθρώπους άλλων ομάδων, που ίσως συνιστούσαν, έστω δυνητικά, απειλή για την ασφάλεια και την επιβίωσή τους.
Με τον καιρό, και καθώς αυξανόταν η πολυπλοκότητα και η ταξική διάρθρωση των κοινωνιών, αυτή η αίσθηση της ταυτότητας (του «εμείς») κυριάρχησε στην αντίληψη και νοοτροπία των ανθρώπων, σε αντιδιαστολή με την ετερότητα-διαφορετικότητα (οι «άλλοι»). Μόνο που η ταυτότητα και η διαφορετικότητα έπαιρναν απλά διαφορετικό περιεχόμενο, ανάλογα με την εποχή και τον πολιτισμό (κοινωνία). Σήμερα, παρά την εξέλιξη της επιστήμης και την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας, παρά την παγκόσμια διασύνδεση των ανθρώπων και την κατοχύρωση ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, το φάντασμα της μισαλλοδοξίας, του φόβου και της απόρριψης απέναντι στη διαφορετικότητα, ζει και βασιλεύει.
Η εξατομίκευση και ο αγώνας για κέρδος και ατομική-εγωιστική ευμάρεια-ασφάλεια-επιβίωση, δεν αφήνουν τους ανθρώπους να σκεφτούν πιο ανοικτά και πολυδιάστατα. Φοβούνται και δεν καταλαβαίνουν το διαφορετικό ως πλούτο της ύπαρξης και της ανθρώπινης κατάστασης-δράσης-δημιουργίας αλλά και οντολογίας-ουσίας. Ξεχνούν ή δεν ξέρουν, και πάντως αδιαφορούν για το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως εμφάνισης, πίστης, συμπεριφοράς, κουλτούρας και νοοτροπίας έχουν μια κοινή αφετηρία και μια κοινή ουσία. Προέρχονται από μια ανώτερη οντολογικά διάσταση, όπως και να την ερμηνεύει κανείς αυτή: τυχαιότητα της φύσης, ανώτερη πηγή-δύναμη δημιουργίας, ανώτερη πληροφορία, θεό, εξέλιξη των ειδών. Άρα, το κοινό θεμέλιο που μας ενώνει είναι υπέρτερο των επουσιωδών και επιμέρους στοιχείων που μας διαφοροποιούν. Η διαφορά εξάλλου είναι εμπλουτισμός, συμπλήρωμα και ενδυνάμωση ενός (οικο)συστήματος και δεν αποτελεί πρόβλημα, μίασμα ή έκπτωση και φτώχεμα της ανθρώπινης «φύσης». Η διαφοροποίηση σημαίνει περισσότερες εν δυνάμει πτυχές, εναλλακτικές λύσεις και προοπτικές σε προβλήματα και καταστάσεις κρίσης που δημιουργούνται. Η «φύση» λειτουργεί μέσα από τη διαφοροποίηση για να επιβιώνει, την προωθεί μάλιστα και την «επιδιώκει».
Όλοι οι άνθρωποι εξάλλου ρέουμε και προερχόμαστε από το ίδιο ποτάμι-πηγή ύπαρξης, δηλαδή συμπορευόμαστε μαζί με όλους τους άλλους ζωντανούς οργανισμούς, ζώα και φυτά. Ουσιαστικά και στο βάθος-βάθος δεν διαφέρουμε, έχουμε κοινή μοίρα, πορεία και αφετηρία. Όταν στρεφόμαστε κατά του άλλου, του διπλανού που θεωρούμε διαφορετικού ή κατά ενός άλλου είδους, ουσιαστικά στεφόμαστε κατά του ίδιου του εαυτού μας, γινόμαστε αυτοκαταστροφικοί. Εμείς οι ίδιοι, ως άτομα, ως πρόσωπα ή εγώ, έχουμε ανάγκη τον άλλο. Δεν θα είχαμε συναίσθηση του εαυτού μας και της ατομικότητάς μας χωρίς τους άλλους, τους διαφορετικούς. Εξαρτόμαστε από αυτούς, για να έχουμε αυτοεπίγνωση, μέσα από τη σύγκριση με τους άλλους κατανοούμε και σχηματίζουμε την αυτοεικόνα μας, ξέρουμε ποιοι είμαστε.
Γιατί έτσι λειτουργεί έως τώρα η συνείδηση, μέσα από τη σύγκριση και την αντίθεση. Ίσως σε ένα ανώτερο εξελικτικό στάδιο να μην το έχουμε ανάγκη αυτό και να περάσουμε σε μια πολυδιάστατη, πολύμορφή και ανοικτή, παγκόσμια, συνείδηση. Που να λειτουργεί στη βάση της αρμονίας-συμμετρίας και της συμπληρωματικότητας-ενότητας.
Έχουμε λοιπόν ζωτική ανάγκη τον άλλο. Μέσα όμως στη ματαιοδοξία μας, το άγχος για επιβίωση και εξουσία, το ξεχνάμε αυτό και γινόμαστε κακοί με τον συνάνθρωπο. Πόσο μέλλον όμως μας απομένει αν συνεχίσουμε έτσι; Δυσοίωνες οι προβλέψεις, προφανώς και ευλόγως.
Γιατί να μην δούμε τη διαφορετικότητα-ετερότητα ως μια άλλη εκδοχή και συμπλήρωμα-βελτίωση-εξέλιξη της πραγματικότητας, ως εναλλακτική λύση της πολύπλοκης ανθρώπινης «εξίσωσης», ως δυνατότητα αναβάθμισης της ανθρώπινης κατάστασης; Να μάθουμε και να πάρουμε πράγματα από αυτήν; Γιατί να μην τη δούμε ως το ξεδίπλωμα της ανθρώπινης «φύσης»-κατάστασης, το άνοιγμα και το πλάτεμά της, που αναγκαία πρέπει να ξεδιπλωθούν, να υλοποιηθούν, για να περάσουμε στο επόμενο στάδιο, στην «αντιστροφή» του βέλους του χρόνου, ώστε αναπόφευκτα και αναγκαία να αναδιπλωθεί η ανθρωπινότητα και η ίδια η πραγματικότητα και να επανασυμπιεστεί στην αρχική της κατάσταση-θέση-σημείο αλλά αναβαθμισμένη; Και έτσι να προκύψει λογικά και αβίαστα η πραγματική σύνθεση και ενότητα των πραγμάτων;
Αν δεχθούμε ότι η συνείδηση του παρατηρητή (το εγώ, το άτομο) είναι αναπόσπαστο κομμάτι, επηρεάζεται αλλά ταυτόχρονα συνδιαμορφώνει και επηρεάζει την πραγματικότητα (ο άλλος, η διαφορετικότητα), τότε αν στρεφόμαστε κατά του άλλου στρεφόμαστε ουσιαστικά κατά του εαυτού μας, εναντίον τελικά της ίδιας της ύπαρξης και της παρουσίας μας-ουσίας μας, υποσκάπτουμε τα θεμέλια της θέσης μας στον κόσμο και ίσως και τον ίδιο τον Κόσμο.
Έτσι ο μετανάστης μπορεί να ιδωθεί ως πλούτος της ζωής μας, ως ευκαιρία για άνοιγμα των διανοητικών και αισθητικών οριζουσών, ως γνώση και αυτογνωσία, ως συνεισφορά στη δημιουργία και τον πολιτισμό και τη ζωή μιας κοινωνίας. Αν τον αντιμετωπίσεις καχύποπτα και εχθρικά, αν τον περιθωριοποιήσεις είναι λογικό να αντιδράσει ανάλογα.
Αυτός με την «αποκλίνουσα» συμπεριφορά μας δείχνει μια άλλη όψη της πραγματικότητας, μια άλλη πλευρά του εαυτού και της ύπαρξης. Μας βοηθάει να δούμε πράγματα που ως τώρα δεν είχαμε δει ή σκεφτεί, να φανταστούμε και να νιώσουμε, προσπαθώντας να έρθουμε στη θέση του (ενσυναίσθηση) καταστάσεις και ποιότητες άγνωστες, απλησίαστες από ένα κλειστό-θωρασκισμένο εγώ. Μας εξιτάρει, μας ξυπνάει, διανοητικά και συναισθηματικά, μας βάζει να ψάξουμε, να σκεφτούμε για το τι είναι η πραγματικότητα, ο άνθρωπος, η ουσία και η ύπαρξή του. Είναι έτσι όπως τα ξέρουμε και τα έχουμε συνηθίσει; Είναι αλλιώς; Και πώς, άραγε;
Έχουμε γίνει λοιπόν πολύ κακοί με τους άλλους και με τον εαυτό μας. Θεωρούμε ότι η λύση στα προβλήματά μας, στην κοινωνική και ηθική παρακμή, στην οικονομική και πολιτισμική κρίση είναι η αποδιαπόμπευση του διαφορετικού, ότι αυτός είναι η αιτία των δεινών και της στενοχώριας μας.
Ενώ η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο.
20/12/2013
Δημήτρης Φασόλης